2014-11-07

Μονόδρομος πρωτογονισμού

άρθρο του Χρήστου Γιανναρά
(Ημερομηνία δημοσίευσης: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 13/10/2014)

Δεν πρόκειται για διαπίστωση που μπορεί «αντικειμενικά» να βεβαιωθεί. Πρόκειται για διάγνωση που προκύπτει από υποκειμενική εκτίμηση της δυναμικής συμπτωμάτων, τη στάθμιση επιρροής ενδεχόμενων ή σταθερών παραγόντων. Και η διάγνωση λέει ότι, σε κάθε κοινωνία, οι πολίτες που κρίνουν τα κοινά με επαρκή συλλογιστική ικανότητα και διαυγή, νηφάλια σύνεση αποτελούν τη μειοψηφία.

Σε παρελθόν όχι πολύ μακρινό, έμοιαζε να λειτουργούν στην κοινωνία κάποιοι αφανείς και ανεπίγνωστοι «φυσικοί» νόμοι, που οδηγούσαν τους επιπόλαιους στη σκέψη και αδύναμους στην κρίση να δέχονται θετικά τον επηρεασμό από τη γνώμη των αριθμητικά λιγότερων αλλά σαφώς ωριμότερων. «Διαμορφωτές κοινής γνώμης» γίνονταν τότε οι περισσότερο μορφωμένοι, αλλά και όσοι διέθεταν αποδεδειγμένη μέσα στον χρόνο ευθυκρισία. Σωζόταν και μια προσωπική αίσθηση ευθύνης του απλού ανθρώπου για τις γνώμες – κρίσεις που εξέφραζε – αισθανόταν μειωμένος αν οι εκτιμήσεις και επιλογές του αποδείχνονταν λαθεμένες ή επιπόλαιες.

Σήμερα «διαμορφωτής της κοινής γνώμης» είναι, σχεδόν αποκλειστικά, η τηλεόραση. Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι άνθρωποι δεν έχουν καν δική τους εκφραστική: αναπαράγουν λεκτικά κλισέ παγιωμένα στις τηλεοπτικές κοκορομαχίες. Ούτε υπάρχει πια επίγνωση διαφοράς στην αξιολόγηση της συλλογιστικής και κριτικής ικανότητας: Οταν ο κ. Γιακουμάτος, ο κ. Κικίλιας, ο κ. Ντινόπουλος, η κ. Βούλτεψη, η κ. Γεννηματά κατέχουν θώκους και απολαμβάνουν τιμές υπουργών, κάθε λειτουργία συγκριτικής αξιολόγησης μοιάζει θεσμικά καταργημένη. Οταν η σύνταξη υπαλλήλου των προνομιακών κρατικών «ρετιρέ», με μόνο απολυτήριο γυμνασίου, είναι τουλάχιστον διπλάσια της σύνταξης πανεπιστημιακού καθηγητή, η αποτίμηση της εγκυρότητας γνωμών και κρίσεων, με κριτήριο τη μόρφωση, γίνεται εντελώς περιττή.


Σήμερα όλοι τα ξέρουμε όλα χάρη στην τηλεοπτική αναίδεια και στην παγιωμένη αναξιοκρατία.
Η τηλεόραση «οφείλει» να παρέχει συνεχή ροή «ειδήσεων». Οι ειδήσεις αγοράζονται κονσερβαρισμένες από τα «πρακτορεία ειδήσεων». Σε ελάχιστα κανάλια υπάρχουν «ρεπόρτερς», με καταμερισμό πεδίων αλλά όχι και με εξειδίκευση σπουδών – δυστυχισμένα σκλαβάκια που τρέχουν εξουθενωμένα, νύχτα – μέρα, για ένα κομμάτι ψωμί, με προτεταμένο ένα μαρκούτσι στο χέρι, χωρίς να ξέρουν τι να ρωτήσουν και πώς να το ρωτήσουν.

Το κυρίως έργο της «πληροφόρησης» των πολιτών μετατίθεται στις ανέξοδες «συνεντεύξεις»: Τα «πρωινάδικα» και οι βραδινές τάχα «πολιτικές» εκπομπές έχουν κατοχυρώσει σαν «πλουραλισμό» την καθημερινή παρέλαση από τη μικρή οθόνη υπουργών της κυβέρνησης και «στελεχών» της αντιπολίτευσης, που επιδίδονται σε μιαν αέναη, δεκαετίες τώρα, πανομοιότυπη επανάληψη της πιο ηλίθιας που θα μπορούσε να επινοήσει άνθρωπος κομματικής αυτοκολακείας και αυτοδιαφήμισης. Κάποιες φορές καλούνται να τους πλαισιώσουν και οι λεγόμενες «γλάστρες»: τριτοκλασάτοι ηθοποιοί, τυχαίες γνωριμίες του καναλιού δίχως την παραμικρή κοινωνική παρουσία, δημοσιομανείς μετριότητες του πανεπιστημιακού ή του επιχειρηματικού χώρου.

Τέτοιες συνθέσεις τηλεοπτικών «πάνελ» φτάνουν στο κορύφωμα του αλαλούμ και της φτήνιας, κάθε βράδυ, στα δευτερότερα κανάλια, αυτά που όλη τη μέρα προσφέρουν τηλε-αγορές και το βράδυ πολιτική αγωγή. Εκεί ο «κάθε πονεμένος», κοσμοσωτήριων προθέσεων αγορητής αποφαίνεται περί παντός του γιγνομένου, ως εγκυρότατος παντογνώστης. Τα «πάνελ» αυτά μοιάζει να είναι το κυρίως πρότυπο που υπαγορεύει συμπεριφορά, λεξιλόγιο και αναίδεια σε ευρύτατες μάζες του ελλαδικού πληθυσμού. Βεβαιωνόμαστε από αυτά τα θεάματα, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, ότι μπορούμε όλοι να τα ξέρουμε όλα, να αποφαινόμαστε με σιγουριά για τα πάντα, να μας είναι περιττή, για τη διαμόρφωση πολιτικής στάσης, η γνώμη ειδημόνων, επαϊόντων – κυρίως ανθρώπων ανυπότακτων στον ναρκισσισμό και στην ιδιοτέλεια.

Πέντε χρόνια τώρα η πατρίδα μας ζει οικονομική καταστροφή, με επιπτώσεις εφιαλτικές για το μέλλον: Μισθοί και συντάξεις έχουν περικοπεί σε επίπεδο ένδειας. Οι Τράπεζες είναι αποκομμένες από την κοινωνία και την αγορά. Το γιαπί νεκρό, επενδύσεις μηδενικές, αποβιομηχάνιση πλήρης. Τα ασφαλιστικά ταμεία λεηλατημένα από τα κόμματα, ο κρατικός μηχανισμός σε αποσύνθεση, η χώρα με ξεπουλημένη την εθνική της κυριαρχία. Η Δικαιοσύνη και οι νομοθέτες καλύπτουν απροκάλυπτα «διεφθαρμένες συμπεριφορές» μεγιστάνων του πλούτου, των τυράννων του τόπου. Τα σχολειά μένουν ακόμα ανοιχτά μόνο χάρη σε λίγους δασκάλους που αντιμάχονται τα μηδενιστικά «οράματα» του υπουργείου ρισκάροντας το ψωμί τους. Η ανεργία αποδείχνεται καινούργια πρακτική γενοκτονίας, ο πανικός και η ανελπιστία καινούργια μορφή λοιμικής.

Το εφιαλτικότερο από όλα είναι η αποθηρίωση του Ελλαδίτη, οι αντικοινωνικές συμπεριφορές: Ο,τι είναι δημόσιο, κοινωνική περιουσία, το λεηλατεί, το καταστρέφει. Κλέβει στα νοσοκομεία τις κουρτίνες από τα δωμάτια και τα σκεπάσματα της λεκάνης από τις τουαλέτες. Το ελληνόπουλο, με το σπρέι, τον μαρκαδόρο, τον σουγιά, καταστρέφει μανιασμένα το σχολειό του και το πανεπιστήμιο. Αχρηστευμένες οι πινακίδες της τροχαίας, τα «σήματα» κυκλοφορίας, μόνο για την πρωτόγονη ηδονή του βανδαλισμού.

Το πολιτικό σύστημα έχει καταρρεύσει, είναι ανίκανο να δώσει κυβέρνηση που να μπορεί να καβαντζάρει τη συμφορά. Ποιος αφελέστατος είπε ότι «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα»; Καταλάβαινε τη δημοκρατία σαν συνταγή, ενώ η δημοκρατία είναι κατόρθωμα. Οταν σε μια συλλογικότητα κυριαρχεί ο πρωτογονισμός του ατομοκεντρισμού, όταν έχει χαθεί η αίσθηση του δημοσίου συμφέροντος, είναι απάτη ή αφέλεια να μιλάμε για δημοκρατία...

Περισσότερα: http://www.yannaras.gr/monodromos-protogonismou/

Maurice Maeterlinck, «Εσωτερικό» - Θεατρική Κριτική

του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΑΤΣΟΥΛΗ*

Maurice Maeterlinck, «Εσωτερικό»
Σκηνοθεσία: Σοφία Μαραθάκη
Ομάδα ΑΤΟΝΑΛ Θέατρο του Νέου Κόσμου - Πάνω Σκηνή


Ο Βέλγος μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Maurice Maeterlinck γράφει ένα σύντομο, γεμάτο ένταση κείμενο με εμφανή αφηγηματικότητα καθώς τα σκηνικά παρόντα πρόσωπα διηγούνται τα όσα εκτός σκηνικής οπτικής συμβαίνουν - αυτά που διαδραματίζονται στο «Εσωτερικό» (1894) ενός σπιτιού όπου ζει την καθημερινότητά της μια συνηθισμένη οικογένεια: η μητέρα, ο πατέρας, η κόρη.

Ολος ο λόγος διαδραματίζεται έξω από το σπίτι, μεταξύ δύο ανδρών οι οποίοι προτίθενται να μεταφέρουν ένα δυσάρεστο μήνυμα στην οικογένεια, τον πνιγμό της άλλης κόρης, χωρίς ωστόσο να τολμούν να εισέλθουν, αναβάλλοντας διαρκώς την είδηση. Αντίθετα, παρακολουθούν τα τρία μέλη στην ανυποψίαστη συνήθη ευεξία τους μέσα από τα παράθυρα, κρυμμένοι στο σκοτάδι, αφηγούμενοι διαλογικά τις κινήσεις τους και διαλογιζόμενοι για τη δυστυχία που αυτά αγνοούν. Δύο Αγγελοι τραγικών γεγονότων που δεν εισβάλλουν στον χώρο των προσώπων αλλά μένουν στις «εισόδους» τέμνοντας με απλό λόγο την ανθρώπινη συνθήκη και την εύθραυστη ευτυχία πριν την καταστροφή.

Το μη αναστρέψιμο

Πίσω από τους δύο Αγγέλους της συμφοράς, ένα ολόκληρο χωριό κατευθύνεται προς το σπίτι μεταφέροντας το πτώμα της κόρης, ως αρχαίος χορός, αθέατος επίσης, του οποίου ίσως μόνον ο αχός να φτάνει ως τη σκηνή από κάποια στιγμή κι έπειτα, όταν επίκειται πλέον η αποκάλυψη. Πώς όμως εκφέρεται από τους δύο άντρες το μη αναστρέψιμο; Πώς κοινοποιείται η συμφορά; Ποιος τολμά να παρέμβει στη φυσική συνέχεια της ζωής των ανθρώπων ανατρέποντάς την διά παντός ως άγγελος κακών ειδήσεων; Ο Χάουαρντ Μπάρκερ με το έργο του «Το ύστατο σήμερα» που είχε ανεβάσει ο Λευτέρης Βογιατζής έχει με τον δικό του σύγχρονο τρόπο δώσει τη δική του περίτεχνη εκδοχή. Ο Maeterlinck υιοθετεί την πλήρη λιτότητα προικίζοντας με το δίλημμα δύο απλούς ανθρώπους. Δίπλα τους θα προστεθεί μια γυναίκα, η Μαρία, ενημερώνοντάς τους ότι ο χρόνος λήγει, η νεκρή φθάνει έχοντας δίπλα την δική της αδελφή Μάρθα. Η αναφορά στα δύο συγκεκριμένα ονόματα των αδελφών (Μάρθα και Μαρία), καθώς όλοι οι άλλοι παραμένουν δίχως όνομα, παραπέμπει εμφανώς σε χριστιανικά ταφικά και θρηνητικά δρώμενα, προσδίδοντας νέες προεκτάσεις στο κείμενο.

Η διπλή εικόνα

Η Σοφία Μαραθάκη επενέβη στα αιτούμενα του κειμένου και δημιούργησε διπλή σκηνική εικόνα, αναπαριστώντας επί σκηνής και το εσωτερικό του σπιτιού με τα πρόσωπα εν δράσει. Ανατρέποντας όμως κάθε ρεαλιστική απόδοση, κίνησε τα βουβά πρόσωπα σε αργούς, επαναληπτικούς ρυθμούς, προσδίδοντας έτσι το εύθραυστο αν όχι ψευδές της ευτυχίας τους. Φωτεινή Παπαχριστοπούλου (Μητέρα), Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου (Πατέρας) και Εύα Νικηφόρου (Κόρη) απέδωσαν με πλαστικότητα μαριονέτας της επίπλαστη ευτυχία τους, ντυμένοι με τα κοστούμια εποχής της Ιωάννας Τσάμη και κινούμενοι στο ειδυλλιακό σκηνικό (με δείκτες σκηνικών αντικειμένων) της Εύας Μαραθάκη, πίσω από τα αιωρούμενα τρία «παράθυρα» που διαχώριζαν το μέσα από το έξω, σε συνεργασία με τον θερμό φωτισμό του Σάκη Μπιρμπίλη.

Στο εκτός σπιτιού και κύριο χώρο λεκτικής δράσης, ημιφωτισμένο και με κάποια κυβοειδή ενδεικτικά σκηνικά αντικείμενα, κινήθηκε το εξαιρετικό δίδυμο των δύο αντρών (Νέστωρ Κοψιδάς, Σωτήρης Τσακομίδης) που ανέπτυξαν με τον πλέον πειστικό τρόπο την εγγενή αναποφασιστικότητα ως προς την αναγγελία της είδησης συνεπικουρούμενοι αργότερα από τη Μαρία της απέριττης Αλεξάνδρας Ντεληθέου.

Φυσικά, η Μαραθάκη, αναπαριστώντας το περιγραφόμενο λεκτικά εσωτερικό (στην καίρια μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη) δεν τήρησε απόλυτα τις συμβάσεις αφού τα πρόσωπα σπανίως δρούσαν σε αρμονία με τα λεγόμενα καθώς διέφευγαν προς οικείες αλλά αυθαίρετες δράσεις με αντι-ρεαλιστική επαναληπτικότητα.

Το τέλος, μακριά από τον όποιο μελοδραματισμό, σκηνοθετείται με πλήρη αποστασιοποίηση καθιστώντας την παράσταση ακόμη πιο ενδιαφέρουσα.

Θεωρώ ότι η σκηνοθέτις πέτυχε πλήρως το στοίχημα δίνοντας μέσα από τη λιτότητα των σκηνικών και υποκριτικών μέσων την ουσία του τραγικού, αναδεικνύοντας τον χαρακτήρα του συλλογικού στην ατομική δυστυχία.

 *Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών

Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ  ΤΟΥ "ΒΗΜΑΤΟΣ"
Αν αγοράσετε την εφημερίδα ΒΗΜΑ της 17 & 18 Νοεμβρίου
θα πάρετε μαζί κουπόνι της θεατρικής παράστασης:
2 άτομα στην τιμή των 12 Ευρώ