Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόφαση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόφαση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

2025-05-16

Σημαντική απόφαση για την ΤτΕ του 43ου Συνεδρίου της ΟΣΤΟΕ!!!

Το 43ο Συνέδριο της ΟΣΤΟΕ που συγκλήθηκε χθες Τρίτη 13.5.2025, έλαβε την παρακάτω σημαντική απόφαση για τους συνταξιούχους της ΤτΕ, που προστέθηκε στο πρόγραμμα διεκδικήσεων της ΟΣΤΟΕ:

«Απαιτούμε από την Διοίκηση της ΤτΕ, η οποία καταβάλλει η ίδια τους μισθούς και συντάξεις στο προσωπικό της και επομένως στην περίπτωσή της δεν συντρέχουν ούτε οι δικαιολογίες για δήθεν λόγους ¨δημοσίου συμφέροντος¨ στην επιβολή μειώσεων και καταργήσεων, να αποκαταστήσει τις συντάξεις του προσωπικού της σύμφωνα με τις καταστατικές της υποχρεώσεις που και τυπικά ανέλαβε από 1/1/2011, με την ένταξη των ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης στην Τράπεζα της Ελλάδος»

Για πρώτη φορά μετά την παρουσία της ΟΣΤΟΕ δια του τότε προέδρου της στο μεγάλο απεργιακό μας αγώνα, η ΟΣΤΟΕ «θυμήθηκε» μετά από 15 και πλέον χρόνια με απόφαση του ίδιου του συνεδρίου της, ότι υπάρχουν και συνταξιούχοι της ΤτΕ με ξεχωριστό και ιδιαίτερο βάρος και ρόλο στο σ.κ. των συνταξιούχων των Τραπεζών. Μάλιστα η εσπευσμένη επιστροφή του προέδρου του ΣΣΤΕ στο συνέδριο (είχε αποχωρήσει λόγω Γ.Σ. του ΑΤΠΣΥΤΕ), και η συμφωνία του με την παραπάνω απόφαση του 43ου συνεδρίου, έθεσε τέλος στις προσπάθειες μελών του προεδρείου της ΟΣΤΟΕ να θέσουν υπό αμφισβήτηση την πρόταση που έθεσα στο σώμα και η οποία έγινε απόφαση του 43ου συνεδρίου.

Η παραπάνω εξέλιξη, δημιουργεί δυνατότητες για μια νέα αγωνιστική ενότητα στο κίνημα των συνταξιούχων της ΟΣΤΟΕ, αλλά και του χώρου της ΤτΕ. Απέναντι στην εχθρική πολιτική της Διοίκησης της ΤτΕ προς τους συνταξιούχους γενικά, αλλά και η παραβίαση εκ μέρους της, των Καταστατικά ανειλημμένων υποχρεώσεων προς τους συνταξιούχους της, απαιτεί να ορθώσουμε ένα αγωνιστικό τοίχος ενότητας, ανάλογης της περιόδου των μεγάλων αγώνων αποτροπής της ένταξης των ταμείων μας στο ΙΚΑ/ΤΕΑΜ και της κατάκτησης της ένταξης των ταμείων στην ΤτΕ .

Ευσταθίου Κώστας

Μέλος του Δ.Σ. του ΣΣΤΕ και της ΟΣΤΟΕ, εκλεγμένος με το συνδυασμό «Συναδελφική Ενότητα».

2024-02-22

Απόφαση ΣτΕ Αριθμός 2307. Αγωγή των 29 για 10Α

Αριθμός 2307/2023

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Ιουνίου 2021, με την εξής σύνθεση: Άννα Καλογεροπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος και της Προεδρεύουσας Αντιπροέδρου, που είχαν κώλυμα, Όλγα Ζύγουρα, Παρασκευή Μπραΐμη, Σύμβουλοι, Χαρίκλεια Χαραλαμπίδη, Αντώνιος Ζιαμπάρας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Δασκαλάκη, Γραμματέας του Α΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 13 Μαρτίου 2020 αίτηση: των: 1. Ιωάννας Αχλαδιώτη του Σπυρίδωνος, κατοίκου Αλίμου Αττικής (Αφών Διδασκάλου 13), 2. Έλλης Βαξεβανάκη του Ιωάννη, κατοίκου Αγίας Παρασκευής Αττικής (Νεαπόλεως 8), 3. Ιουλίας Βαξεβανάκη του Ιωάννη, κατοίκου Νεάπολης (Λάμπρου Κατσώνη 31), οι οποίες παρέστησαν με τους δικηγόρους: α. Αντώνιο Ρουπακιώτη (Α.Μ. 2639) και β. Ευσταθία Κριεμάδη (Α.Μ. 24184), που τους διόρισαν με πληρεξούσια, 4. Ανδρέα Διαμαντή του Δημητρίου, κατοίκου Πάτρας (Προύσσης 106), ο οποίος με την από 11 Ιουνίου 2021 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αντώνιου Ρουπακιώτη, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, 5. Κωνσταντίνου Ευσταθίου του Παναγιώτη, κατοίκου Λαγονησίου Αττικής (Περδικοβρύσης και Φρατζή), 6. Ανδρέα Καραπαππά του Πέτρου, κατοίκου Γαλατσίου Αττικής (Ήρας 30), 7. Παναγιώτας - Αφροδίτης Καραφωτιά του Σπυρίδωνος, κατοίκου Νέου Ψυχικού Αττικής (Χρυσοστόμου Σμύρνης 64), 8. Κρίτωνος Καρσίκη του Χρήστου, κατοίκου Αγίας Παρασκευής Αττικής (Σολωμού 45), 9. Διονυσίου Κατσαδούρη του Φωτίου, κατοίκου Κηφισιάς Αττικής (Κυπαρισσίων 5), 10. Γεωργίας Κατσίγιαννη του Γερασίμου, κατοίκου Χαλανδρίου Αττικής (Υακίνθων 8), 11. Γεωργίου Κουλούρη του Σπυρίδωνος, κατοίκου Αθηνών (Κρέσνας 66), 12. Κωνσταντίνας Κουρκουτσάκη του Διονυσίου, κατοίκου Αθηνών (Φυλής 249Α), 13. Ευαγγελίας Κωνστανταράκη του Γεωργίου, κατοίκου Κορυδαλλού Αττικής (Χοζοβιωτίσσης 27), οι οποίοι παρέστησαν με τους ως άνω δικηγόρους: α. Αντώνιο Ρουπακιώτη και β. Ευσταθία Κριεμάδη, που τους διόρισαν με πληρεξούσια και οι οποίοι με προφορική δήλωση στο ακροατήριο διορθώνουν το όνομα του 8ου αιτούντος «Δημητρίου Καρσίκη» στο ορθό «Κρίτων Καρσίκη», 14. Παναγιώτη Μαλαπάσχα του Ερωτόκριτου, κατοίκου Βρίσας Λέσβου, ο οποίος με την από 11 Ιουνίου 2021 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αντώνιου Ρουπακιώτη, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, 15. Ασημίνας Μανουσάκη του Εμμανουήλ, κατοίκου Ηρακλείου Κρήτης (Ταγμ. Γιακουμάκη 23), 16. Δημητρίου Μασσαλά του Λάμπρου, κατοίκου Αθηνών (Καρκαβίτσα 14), 17. Νικίας Μεγαλοοικονόμου του Κωνσταντίνου, κατοίκου Λαγονησίου Αττικής (Περδικοβρύσης και Φρατζή), 18. Ελένης Μελισσείδου του Γεωργίου, κατοίκου Αγίας Παρασκευής Αττικής (Σπύρου Ματσούκα 10), 19. Αγγελικής Μπουλαλά του Δημητρίου, κατοίκου Αθηνών (Αληθείας 10), 20. Σωτηρίου Νικολόπουλου του Πέτρου, κατοίκου Νίκαιας Αττικής (Ι. Γκούρα 102), 21.Βασιλικής Νικολοπούλου του Νικολάου, κατοίκου Αθηνών (Έβρου 26), 22. Θεοχάρη Παπαμάργαρη του Μάργαρη, κατοίκου Μελισσίων Αττικής (Μυκόνου 9), 23. Ασημίνας Παπαμήτρου του Δημητρίου, κατοίκου Βραχατίου Κορινθίας (Ελ. Βενιζέλου 146), οι οποίοι παρέστησαν με τους ως άνω δικηγόρους, που τους διόρισαν με πληρεξούσια, 24. Εμμανουήλ Πολυζωίδη του Γεωργίου, κατοίκου Θεσσαλονίκης (Λογοθέτου 5), 25. Νικολάου Ραγιά του Γεωργίου, κατοίκου Θεσσαλονίκης (Φωκαίας 2), οι οποίοι με την από 11 Ιουνίου 2021 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Αντώνιου Ρουπακιώτη, παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, 26. Αμφίκλειας Τενεκίδου του Δαμιανού, κατοίκου Βούλας Αττικής (Δάφνης 39), 27. Γενοβέφας Φιωτάκη του Γεωργίου, κατοίκου Ηρακλείου Κρήτης (Φοίνικος 37), 28. Γεωργίου Φλεμετάκη του Ευστρατίου, κατοίκου Χανίων Κρήτης (περιοχή Βάμος) και 29. Μαρίας Χατούπη του Ανδρέα, κατοίκου Αθηνών (Μεθώνης 25-27), οι οποίοι παρέστησαν με τους ως άνω δικηγόρους, που τους διόρισαν με πληρεξούσια,

κατά του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ο οποίος παρέστη με τη Γεωργία Ζουγανέλη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, και κατά των παρεμβαινόντων: 1. ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ)», που εδρεύει στην Αθήνα (Ελ. Βενιζέλου 21), η οποία παρέστη με τους δικηγόρους: α. Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου (Α.Μ. 13844) και β. Γεώργιο Μαθιόπουλο (Α.Μ. 28499), που τους διόρισε με πληρεξούσιο, 2. σωματείου με την επωνυμία «Σύλλογος Συνταξιούχων Τραπέζης Ελλάδος» (ΣΣΥΤΕ), που εδρεύει στην Αθήνα (Λέκκα 23-25), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Αθηνά Πετρόγλου (Α.Μ. 14096), που τη διόρισε με πληρεξούσιο και 3. σωματείου με την επωνυμία «Σύλλογος Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος» (ΣΥΤΕ), που εδρεύει στην Αθήνα (Λέκκα 23-25), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Γεωργία Φιλιπποπούλου (Α.Μ. 22387), που τη διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. Φ11321/57613/2541/16.1.2020 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΦΕΚ Β΄ 26/16.1.2020).Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Χαρίκλειας Χαραλαμπίδη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους των αιτούντων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και  αφού μ ε λ έ τ η σ ε τα σχετικά έγγραφα

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (Κωδικός πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου 329245870950 0515 0067/2020).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της Φ11321/57613/2541 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με τίτλο «Έγκριση της αριθμ. 9/22.11.2019 απόφασης του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη συμπλήρωση του Καταστατικού του πρώην Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τραπέζης της Ελλάδος (ΤΣΠ - TE)» (Β΄ 26/16.1.2020), κατά το μέρος που με την κανονιστική αυτή απόφαση ορίστηκε ότι οι ρυθμίσεις της διέπουν μόνο όσους συνταξιοδοτήθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδας από την 1η.1.2015 και εφεξής, επιδιώκεται δε, όχι η ακύρωση της απόφασης αυτής, αλλά η εφαρμογή της και στους συνταξιοδοτηθέντες πριν την πιο πάνω ημερομηνία.

3. Επειδή, από τους αιτούντες, οι Ανδρέας Διαμαντής, Παναγιώτης Μαλαπάσχας, Εμμανουήλ Πολυζωίδης και Νικόλαος Ραγιάς, δηλαδή ο τέταρτος (4ος), δέκατος τέταρτος (14ος), εικοστός τέταρτος (24ος) και εικοστός πέμπτος (25ος) κατά τη σειρά αναγραφής τους στο δικόγραφο, με την κατατεθείσα πριν τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο υπ’ αρ. πρωτ. ΣτΕ Π3959/11.6.2021 δήλωση παραίτησης του υπογράφοντος το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης δικηγόρου, Αντώνιου Ρουπακιώτη, παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης. Συνεπώς, η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη ως προς τους πιο πάνω τέσσερις (4) αιτούντες.

4. Επειδή, η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ), ενεργούσα ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης, μετά την ανάθεση στην τελευταία, με το άρθρο 64 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), της άσκησης δημόσιας εξουσίας, η οποία συνίσταται στην υποχρεωτική ασφάλιση των εργαζομένων στην εν λόγω ανώνυμη εταιρεία καθ’ υποκατάσταση δημόσιου φορέα κοινωνικής ασφάλισης και στην παροχή συνταξιοδοτικών παροχών στους ήδη καταστάντες συνταξιούχους μετά την αποχώρησή τους από την εταιρεία αυτή (ΣτΕ 725/2017, 1068/2018, πρβ. ΣτΕ 960/2017 7μ.), παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης κανονιστικής απόφασης, με την οποία θεσπίζονται ρυθμίσεις που αφορούν τις χορηγούμενες από αυτήν συνταξιοδοτικές παροχές (πρβ. ΣτΕ 545-546/2022 Ολομ.).

5. Επειδή, τα σωματεία «Σύλλογος Συνταξιούχων Τραπέζης της Ελλάδος» (ΣΣΥΤΕ) και «Σύλλογος Υπαλλήλων Τραπέζης της Ελλάδος» (ΣΥΤΕ), έχουν ασκήσει παρεμβάσεις με τα με αριθμ. καταθ. 558/ 21.9.2020 και 578/25.9.2020 δικόγραφα, αντιστοίχως. Όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του Καταστατικού του πρώτου σωματείου (ΣΣΥΤΕ), αυτό έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, ασφαλιστικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των μελών του, μέλη δε του σωματείου αυτού είναι αυτοδικαίως, κατά το άρθρο 2 του ίδιου Καταστατικού όλοι όσοι εξέρχονται από την ενεργό υπηρεσία της ΤτΕ και δικαιούνται σύνταξη από το πρώην ΤΣΠ-ΤτΕ. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του Καταστατικού του δεύτερου σωματείου (ΣΥΤΕ), αυτό έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, την προάσπιση των οικονομικών και επαγγελματικών συμφερόντων των μελών του, μέλη δε του σωματείου είναι εργαζόμενοι της ΤτΕ, οι οποίοι είναι και ασφαλισμένοι σε αυτή καθ΄ ο μέρος η εν λόγω ανώνυμη εταιρεία αποτελεί οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης. Προς θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός τους προς άσκηση παρέμβασης στην παρούσα δίκη, το μεν πρώτο σωματείο επικαλείται ότι τυχόν ακύρωση της προσβαλλόμενης κανονιστικής απόφασης θα έχει ως συνέπεια την υποχρέωση όσων συνταξιοδοτήθηκαν από την ΤτΕ από 1.1.2015 και εφεξής να επιστρέψουν σε αυτήν τις συντάξεις που έλαβαν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, το δε δεύτερο σωματείο ισχυρίζεται ότι η ακύρωση της απόφασης αυτής θα έχει δυσμενείς συνέπειες στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των εργαζομένων και ασφαλισμένων της ΤτΕ, καθώς θα οδηγήσει σε έλλειψη σαφούς νομοθετικού πλαισίου κατά την απονομή των κύριων συντάξεων στους εξερχόμενους από την υπηρεσία και θα επαναφέρει την κατάσταση της αβεβαιότητας και της εκκρεμότητας των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν από την ανωτέρω ημερομηνία και εφεξής. Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, με την κρινόμενη αίτηση επιδιώκεται η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης καθ’ ο μέρος αποκλείεται η εφαρμογή της και στους συνταξιοδοτηθέντες πριν τις 1.1.2015 και όχι η ολοσχερής ακύρωσή της ώστε να μην εφαρμόζεται σε κανένα συνταξιούχο της ΤτΕ. Συνεπώς, και ανεξαρτήτως του ότι το πρώτο σωματείο δεν έχει έννομο συμφέρον και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι οι αιτούντες είναι μέλη του, αμφότερα τα πιο πάνω σωματεία ασκούν την κρινόμενη αίτηση χωρίς έννομο συμφέρον, δεδομένου ότι στο πλαίσιο της παρούσας δίκης δεν διακυβεύονται συμφέροντα μελών τους, αφού δεν επιδιώκεται η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και, συνεπώς, η μη εφαρμογή της, αλλά, αντιθέτως, η επέκταση της εφαρμογής της και σε όσους συνταξιοδοτήθηκαν πριν την 1η.1.2015.

6. Επειδή, στο άρθρο 47 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) ορίζεται ότι: «1. Αίτηση ακυρώσεως δικαιούται να ασκήσει ο ιδιώτης ή το νομικό πρόσωπο, τους οποίους αφορά η διοικητική πράξη ή των οποίων έννομα συμφέροντα, έστω και μη χρηματικά προσβάλλονται από αυτήν». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για την άσκηση της αίτησης ακύρωσης απαιτείται προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον του αιτούντος και δεν αρκεί το γενικό ενδιαφέρον του κάθε πολίτη για την τήρηση των νόμων και τη σύννομη άσκηση της διοικητικής λειτουργίας. Στην ειδικότερη δε περίπτωση που ο αιτών ζητεί την ακύρωση πράξης με κανονιστικό χαρακτήρα, πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι θίγεται από τις προσβαλλόμενες κανονιστικές ρυθμίσεις λόγω συγκεκριμένης ιδιότητας ή νομικής κατάστασης στην οποία τελεί (ΣτΕ 2855 - 56/1985 Ολομ., 11256/2006 7μ., 1039, 2077, 3317/2014, 2336/2016 7μ., 136/2021).

7. Επειδή, από τα νομιμοποιητικά έγγραφα και λοιπά στοιχεία που προσκόμισαν οι αιτούντες ως προς τους οποίους η δίκη διατηρεί το αντικείμενό της και συγκεκριμένα οι Ιωάννα Αχλαδιώτη, Έλλη Βαξεβανάκη, Ιουλία Βαξεβανάκη, Κωνσταντίνος Ευσταθίου, Ανδρέας Καραπαππάς, Παναγιώτα - Αφροδίτη Καραφωτιά, Κρίτων Καρσίκης (όπως το όνομα αυτού διορθώθηκε με δήλωση των δικηγόρων του στο ακροατήριο από Δημήτριος σε Κρίτων), Διονύσιος Κατσαδούρης, Γεωργία Κατσίγιαννη, Γεώργιος Κουλούρης, Κωνσταντίνα Κουρκουτσάκη, Ευαγγελία Κωνστανταράκη, Ασημίνα Μανουσάκη, Δημήτριος Μασσαλάς, Νικίας Μεγαλοοικονόμου, Ελένη Μελισσείδου, Αγγελική Μπουλαλά, Σωτήριος Νικολόπουλος, Βασιλική Νικολοπούλου, Θεοχάρης Παπαμάργαρης, Ασημίνα Παπαμήτρου, Αμφίκλεια Τενεκίδου, Γενοβέφα Φιωτάκη και Μαρία Χατούπη, δηλαδή η πρώτη (1η), δεύτερη (2η), τρίτη (3η), πέμπτος (5ος), έκτος (6ος), έβδομη (7η), όγδοος (8ος), ένατος (9ος), δέκατη (10η), ενδέκατος (11ος), δωδέκατη (12η), δέκατη τρίτη (13η), δέκατη πέμπτη (15η), δέκατος έκτος (16ος), δέκατος έβδομος (17ος), δέκατη όγδοη (18η), δέκατη ένατη (19η), εικοστός (20ος), εικοστή πρώτη (21η), εικοστός δεύτερος (22ος), εικοστή τρίτη (23η), εικοστή έκτη (26η), εικοστή έβδομη (27η) εικοστή ένατη (29η) κατά τη σειρά αναγραφής στο δικόγραφο, προκύπτει ότι αυτοί έχουν καταστεί συνταξιούχοι του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τραπέζης της Ελλάδος (ΤΣΠ - ΤτΕ) ή του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ - ΕΤΑΜ), ως καθολικού διαδόχου του ΤΣΠ- ΤτΕ (άρθρα 1 και 2 του ν. 3655/2008, Α΄ 58 και 64 του ν. 3863/2010, Α΄ 115), μεταξύ των ετών 2003 και 2012, πλην του εικοστού όγδοου (28ου) Γεωργίου Φλεμετάκη, για τον οποίο δεν προσκομίστηκαν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ότι αυτός κατέστη συνταξιούχος του ΤΣΠ - ΤτΕ ή του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ ως καθολικού διαδόχου του ΤΣΠ-ΤΕ και μάλιστα πριν την 1.1.2015. Οι προαναφερόμενοι αιτούντες προς θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός τους για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης ισχυρίζονται ότι θίγονται από την προσβαλλόμενη πράξη καθ’ ο μέρος ο οριζόμενος σε αυτή τρόπος υπολογισμού της σύνταξης δεν εφαρμόζεται και στους αιτούντες που συνταξιοδοτήθηκαν πριν τις 1.1.2015, αλλά μόνο σε όσους συνταξιοδοτούνται από 1.1.2015 και εφεξής, με συνέπεια να λαμβάνουν συντάξεις καθορισθείσες με προγενέστερο συνταξιοδοτικό καθεστώς λιγότερο ευνοϊκό από το θεσπισθέν με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση. Με τα δεδομένα αυτά, οι ανωτέρω αιτούντες, πλην του εικοστού όγδοου (28ου), ο οποίος δεν απέδειξε ότι έχει την ιδιότητα του συνταξιούχου του ΤΣΠ-ΤΕ (ή του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ ως καθολικού διαδόχου του ΤΣΠ-ΤΕ), παραπονούμενοι για τη μη εφαρμογή των ρυθμίσεων της προσβαλλόμενης κανονιστικής απόφασης και σε αυτούς, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενη αίτηση. Εξάλλου, το αν με την προσβαλλόμενη απόφαση θεσπίζονται πράγματι ρυθμίσεις ευνοϊκότερες από τις ρυθμίσεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο συνταξιοδότησης των αιτούντων και εφαρμόστηκαν σε αυτούς αποτελεί ζήτημα, το οποίο, εφόσον είναι κρίσιμο, θα ερευνηθεί κατά την εξέταση της βασιμότητας των παραπόνων των αιτούντων (βλ. ΣτΕ 545-546/2022 Ολομ.). Ως εκ τούτου, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την παρεμβαίνουσα ΤτΕ ότι οι αιτούντες δεν έχουν έννομο συμφέρον να ασκήσουν την κρινόμενη αίτηση, εφόσον οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης απόφασης δεν είναι ευνοϊκότερες από τις εφαρμοσθείσες στους αιτούντες κατά τη συνταξιοδότησή τους. Αντιθέτως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ως προς τον εικοστό όγδοο (28ο) αιτούντα, διότι αυτός δεν απέδειξε το έννομο συμφέρον του για την άσκηση της αίτησης αυτής.

8. Επειδή, στις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 10 του εγκριθέντος με την 21545/6/13.7.1927 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας Καταστατικού του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Τραπέζης της Ελλάδος και Κτηματικής (ΤΣΠ-ΤτΕ, ΦΕΚ Παράρτημα 174), το οποίο Ταμείο προήλθε από τη διχοτόμηση των Ταμείων Συντάξεων και Αυτασφάλειας του προσωπικού των Τραπεζών Ελλάδος, Εθνικής και Κτηματικής δυνάμει του ν.δ. 2626 της 17/29 Οκτ. 1953, Α΄ 293), όπως η παρ. 3 του άρθρου 10 αντικαταστάθηκε με την Β2/45/3/2459/6/17.12.1982 απόφαση του Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 1037), ορίζονται τα εξής: «1. Συντάξεις δικαιούχων άρθρ. 7 του Κανονισμού. Η σύνταξις των κατά το άρθρ. 7 δικαιούχων καθορίζεται εις ποσοστά επί των συνταξίμων αποδοχών, αναλόγως των συνταξίμων ετών, κατά τα κατωτέρω καθοριζόμενα. 2. Συντάξιμα έτη. Συντάξιμα έτη είναι τα έτη εμμίσθου υπηρεσίας εν ταις Τραπέζαις Ελλάδος και ΚΑΤΕ ή παρά τη τέως ΚΤΕ και εφ’ όσον διά ταύτα ήσαν συμφώνως τω άρθρ. 6 του παρόντος Κανονισμού ησφαλισμένοι παρά τω Ταμείω ή παρά τω τέως Ταμείω Συντάξεων Προσωπικού Τραπεζών Εθνικής, Κτηματικής και Ελλάδος, προσηυξημένα κατά τον χρόνον προσμετρουμένης υπηρεσίας βάσει ετέρων διατάξεων του παρόντος Κανονισμού. Ίνα θεωρηθή ως συντάξιμος χρόνος ο παρά τη τέως ΕΤΕ χρόνος εμμίσθου υπηρεσίας ησφαλισμένου τινός δέον ούτος να ανήκεν εις το προσωπικόν της Τραπέζης της Ελλάδος ή της ΕΚΤΕ κατά την 1.10.53 (Ν.Δ. 2626/53) ή να ήτο συνταξιούχος του προκατόχου Ταμείου εξελθών της υπηρεσίας εκ των Τραπεζών Ελλάδος και ΕΚΤΕ. 3. Ποσοστά συντάξεων. Τα ποσοστά για τον καθορισμό της σύνταξης υπολογίζονται σε 2,2857% για κάθε συντάξιμο έτος από το 1ο μέχρι και του 35ου συμπεριλαμβανομένου οπότε συμπληρώνεται ποσοστό 80% των συντάξιμων αποδοχών και πέραν αυτού καμιά αύξηση του παραπάνω ποσοστού γίνεται. Ο υπολογισμός του ανωτέρω ποσοστού εφαρμόζεται και στις ασφαλιστικές περιπτώσεις που έχουν επέλθει μέχρι σήμερα και γι’ αυτό αναθεωρείται η σύνταξη των συνταξιούχων αυτοδίκαια από το Ταμείο, τα οικονομικά όμως αποτελέσματα του υπολογισμού αυτού αρχίζουν από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα της δημοσίευσης της παρούσης τροποποίησης». Περαιτέρω, στην παρ. 4 του ίδιου άρθρου 10 του Καταστατικού του ΤΣΠ - ΤτΕ, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με την Φ.45/709/2000 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 684) ορίζεται ότι: «Συντάξιμες αποδοχές. Ως συντάξιμες αποδοχές, από το σύνολο των κάθε είδους μηνιαίων αποδοχών θεωρούνται αποκλειστικά και μόνον: α) Για τα μέλη του κύριου και βοηθητικού προσωπικού που αποχωρούν από 1.1.1982 και μετέπειτα, ο βασικός μισθός που ελάμβαναν κατά τον τελευταίο πλήρη μήνα υπηρεσίας τους πριν από την αποχώρησή τους από την υπηρεσία της Τράπεζας. Για όσους είχαν αποχωρήσει από την υπηρεσία της Τράπεζας πριν από 1.1.1982, ο βασικός μισθός του κλιμακίου του Ενιαίου Μισθολογίου Τραπεζών, στο οποίο υπάγονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην από 4.8.1982 ΣΣΕ ΑΥΕ 18617/1982 (ΦΕΚ 601/Β/82)». Εξάλλου, στο άρθρο 17 του ν. 1902/1990 (Α΄ 138) και στο άρθρο 66 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) προβλέφθηκε ότι οι συντάξεις και τα κατώτατα όρια που χορηγούν, μεταξύ άλλων, τα ειδικά ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης του άρθρου 9 του ν. 1976/1991 (στα οποία περιλαμβάνεται το ΤΣΠ - ΤτΕ) αναπροσαρμόζονται κατά το ποσοστό αναπροσαρμογής των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων. Περαιτέρω, στο άρθρο 18 του ν. 3193/2003 ορίστηκε ότι: «Με βάση τις υποχρεώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που απορρέουν από το άρθρο 38, για την καταβολή μισθού και σύνταξης (κύριας και επικουρικής), σε συνδυασμό με το άρθρο 71 του Καταστατικού της (Ν. 3424/1927): α) Η Τράπεζα της Ελλάδος εξακολουθεί να διασφαλίζει στο ακέραιο με κάθε πρόσφορο τρόπο τη βιωσιμότητα των οικείων Ασφαλιστικών Ταμείων («Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος» και «Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος») και τις ασφαλιστικές παροχές προς το προσωπικό της, όπως αυτές καταβάλλονται σύμφωνα με τα Καταστατικά των παραπάνω Ταμείων και την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία. 2...».

9. Επειδή, ακολούθως, με το άρθρο 1 του ν. 3655/2008 (Α΄ 58) το ΤΣΠ - ΤΕ, μεταξύ άλλων Ταμείων, εντάχθηκε στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ - ΕΤΑΜ). Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, οι ασφαλισμένοι του ΤΣΠ -ΤΕ υπήχθησαν στην ασφάλιση του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ και διέπονταν ως προς τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης από τις διατάξεις της νομοθεσίας του ΤΣΠ - ΤΕ. Στη συνέχεια, στον ν. 3863/2010 (Α΄ 115), ο οποίος έχει τίτλο «Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα και συναφείς διατάξεις, ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις» (Α΄ 115), και συγκεκριμένα στο άρθρο 64 του νόμου αυτού, το οποίο έχει τίτλο «Ασφάλιση του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος», όπως το εν λόγω άρθρο ισχύει μετά την κατάργηση των παρ. 2 και 3 αυτού, με το άρθρο 45 του ν. 4021/2011 (Α΄ 218), ορίζεται ότι: «1. Από την 1.1.2011 η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) αναλαμβάνει και ενεργεί την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της, ως προς τους κλάδους κύριας και επικουρικής σύνταξης. Ασφαλιστέα πρόσωπα είναι αυτά που ορίζονται στο άρθρο 6 του Καταστατικού του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ (ΦΕΚ 174 Β΄, απόφαση Υπουργού Εθνικής Οικονομίας 21545/1927), καθώς και στο άρθρο 2 του Καταστατικού του καταργούμενου με το άρθρο αυτό Μετοχικού Ταμείου ΤτΕ. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία παύει η ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων στον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ και καταργείται το ‘’Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος’’. Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού τόσο του πρώην ΤΣΠ - ΤΕ, που είχε περιέλθει στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ βάσει των άρθρων 1 και 2 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α΄), όσο και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Τράπεζας της Ελλάδος, περιέρχεται αυτοδίκαια στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία αποτελεί καθολική διάδοχο αυτών, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή δικαιώματος τρίτων. Η οικονομική επιβάρυνση του κλάδου σύνταξης του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, η οποία προκύπτει από την ένταξη σε αυτόν του ΤΣΠ - ΤΕ κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2008 έως 31.12.2010 αφαιρείται από το μεταφερόμενο ενεργητικό υπέρ του κλάδου σύνταξης του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ. ... Οι έως την 31.12.2010 συνταξιούχοι του πρώην ΤΣΠ/ΤΕ - ΙΚΑ/ΕΤΑΜ και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος καθίστανται συνταξιούχοι της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία βαρύνεται στο εξής με την καταβολή των συντάξεων τους. Ο καθορισμός του χρόνου ασφάλισης, το είδος και το ύψος των παροχών, το ύψος των εισφορών, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης και οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης διέπονται αντιστοίχως από τις διατάξεις του καταστατικού του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ, όπως διαμορφώνονται με τις γενικές διατάξεις νόμων, τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Καταστατικού του ‘’Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος’’ και τις γενικές διατάξεις νόμων. Οι διατάξεις αυτές καθίστανται καταστατικές διατάξεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, μεταφέρονται δε σε αυτήν όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων των κλάδων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού. Οι καταστατικές αυτές διατάξεις, προσαρμοσμένες ως ανωτέρω, τροποποιούνται: α) με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, εγκρινόμενη από το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, προκειμένου για θέματα του Καταστατικού του Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος, β) με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, εγκρινόμενη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προκειμένου για καταστατικές διατάξεις του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ. Για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στη μεταβολή ασφαλιστικού φορέα, η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρείται Οργανισμός Ασφάλισης. Χρόνος απασχόλησης στη ΤτΕ για τον οποίο χώρησε ασφάλιση στο πρώην ΤΣΠ - ΤΕ ή στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2008 μέχρι την 31.12.2010 καθώς και χρόνος που αναγνωρίσθηκε και εξαγοράστηκε ως συντάξιμος στο πρώην ΤΣΠ - ΤΕ ή στον Κλάδο Σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ λογίζεται ως διανυθείς στην ασφάλιση της Τράπεζας της Ελλάδος. Εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις του πρώην ΤΣΠ/ΤΕ-ΙΚΑ/ΕΤΑΜ και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Τράπεζας της Ελλάδος συνεχίζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, χωρίς να επέρχεται διακοπή δίκης. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι της Τράπεζας της Ελλάδος. Όπου από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις νόμων ρυθμίζεται ζήτημα που αφορά τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του πρώην ΤΣΠ - ΤΕ ή εν γένει των πρώην Ειδικών Ταμείων, η ρύθμιση αφορά και τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους της Τράπεζας της Ελλάδος… 4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ρυθμίζεται κάθε ζήτημα που τυχόν ανακύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου αυτού».

10. Επειδή, περαιτέρω, στα άρθρα 2, 3 του πιο πάνω ν. 3863/ 2010, όπως τα άρθρα αυτά ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129), πριν καταργηθούν με το άρθρο 27 παρ. 4 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), ορίζονταν τα εξής: Άρθρο 2 «1. Από 1.1.2015 και εφεξής καθιερώνεται βασική σύνταξη … 2. Την ανωτέρω βασική σύνταξη δικαιούνται: Α. Οι ασφαλισμένοι των οργανισμών κύριας ασφάλισης, πλην ΟΓΑ, καθώς και οι τακτικοί υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, … των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου… ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, που είτε θεμελιώνουν δικαίωμα από 1.1.2015 και εφεξής είτε έχουν θεμελιώσει μέχρι 31.12.2014 αλλά η συνταξιοδότηση αρχίζει από 1.9.2015. ... Στους ασφαλισμένους των οποίων η σύνταξη, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κεφαλαίου αυτού αποτελεί άθροισμα δύο τμημάτων, η Βασική σύνταξη υπολογίζεται αναλογικά, με βάση τα έτη ασφάλισης από 1.1.2011 και εφεξής προς το συνολικό χρόνο ασφάλισης…». Άρθρο 3. «1.Οι ασφαλισμένοι για πρώτη φορά από 1.1.2011 και εφεξής σε φορείς κύριας ασφάλισης, πλην ΟΓΑ, που είτε θεμελιώνουν δικαίωμα από 1.1.2015 και εφεξής, είτε έχουν θεμελιώσει μέχρι 31.12.2014 αλλά η σύνταξή τους αρχίζει από 1.9.2015, δικαιούνται αναλογικού ποσού σύνταξης, με βάση το συνολικό χρόνο ασφάλισής τους … Η μηνιαία σύνταξη των ανωτέρω, υπολογίζεται για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης, με βάση ποσοστά επί των προβλεπομένων συντάξιμων αποδοχών ή ασφαλιστικών κατηγοριών, τα οποία καθορίζονται ως εξής:…». Περαιτέρω στο άρθρο 4 του ίδιου νόμου, όπως αυτό ίσχυε μετά την τροποποίησή του με το άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 4337/2015 και πριν καταργηθεί με το άρθρο 27 παρ. 4 του ν. 4387/2016, οριζόταν ότι: «Όσοι έχουν υπαχθεί για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο έως και 31.12.2010 και είτε θεμελιώνουν δικαίωμα από 1.1.2015 και εφεξής, είτε έχουν θεμελιώσει μέχρι 31.12.2014 αλλά η συνταξιοδότησή τους αρχίζει από 1.9.2015 δικαιούνται: α) τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2010, το οποίο υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά και τις συντάξιμες αποδοχές ή ασφαλιστικές κατηγορίες ή τα οριζόμενα κατ΄ έτος ποσά συντάξεων, όπως ισχύον κατά το χρόνο της συνταξιοδότησης, …β) Τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2011 έως την ημερομηνία συνταξιοδότησής τους. …».

11. Επειδή, ακολούθως με τον ν. 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού συστήματος - Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 85), ο οποίος άρχισε να ισχύει κατά το άρθρο 122 αυτού από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από τις 12.5.2016, αναμορφώθηκε πλήρως το ασφαλιστικό σύστημα της Χώρας, προβλέφθηκε δε εκ νέου, όπως προβλεπόταν και από τις καταργηθείσες διατάξεις του ν. 3863/2010, ότι η κύρια σύνταξη γήρατος αποτελείται από δύο τμήματα. Ειδικότερα, με το άρθρο 2 του πιο πάνω νόμου, υπό τον τίτλο «Εννοιολογικοί προσδιορισμοί», όπως το άρθρο αυτό ίσχυε τόσο πριν όσο και μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 22 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), ορίζεται ότι η κύρια σύνταξη που χορηγείται από τον συσταθέντα με τον ίδιο νόμο Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) υπολογίζεται εφεξής ως άθροισμα δύο τμημάτων, της «εθνικής σύνταξης» του άρθρου 7 του ν. 4387/2016 και της «ανταποδοτικής σύνταξης» του άρθρου 8 του ίδιου νόμου. Ορίζεται δε ότι η «εθνική σύνταξη» δεν χρηματοδοτείται από ασφαλιστικές εισφορές, αλλά απευθείας από τον Κρατικό προϋπολογισμό, ενώ η «ανταποδοτική σύνταξη» υπολογίζεται βάσει των αποδοχών, επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές, του χρόνου ασφάλισης και του ποσοστού αναπλήρωσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο πιο πάνω άρθρο 8 του νόμου. Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου η εθνική σύνταξη, υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 7 του ως άνω ν. 4387/2016, ανέρχεται στο ποσό των 384 ευρώ.

12. Επειδή, με το άρθρο μόνο της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων της παρ. 1 σε συνδυασμό με την παρ. 4 του πιο πάνω άρθρου 64 του ν. 3863/2010 και σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στην παρ. 1 του άρθρου αυτού, εγκρίθηκε η 9/22.11.2019 απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη συμπλήρωση του Καταστατικού του πρώην ΤΣΠ - TE, με την οποία προστέθηκε άρθρο 10Α μετά το άρθρο 10 του Καταστατικού αυτού. Στο νέο άρθρο 10Α του Καταστατικού του ΤΣΠ - ΤΕ ορίζονται τα εξής: «1. Συνταξιούχοι μετά την 1.1.2015. Η σύνταξη ασφαλισμένων στην Τράπεζα της Ελλάδος που αποχωρούν και συνταξιοδοτούνται μετά την 1.1.2015 περιλαμβάνει: α) τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους μέχρι 31.12.2010 και υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά και τις συντάξιμες αποδοχές ή ασφαλιστικές κατηγορίες ή τα οριζόμενα κατ’ έτος ποσά συντάξεων της ισχύουσας μέχρι 31.12.2014 νομοθεσίας και β) τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2011 και μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησής τους. Το ποσό αυτό προκύπτει από το άθροισμα της βασικής και της αναλογικής σύνταξης που υπολογίζεται για κάθε πλήρες έτος, ως κατωτέρω. 2. Βασική σύνταξη. α) Το ποσό της βασικής σύνταξης δεν αναλογεί σε ασφαλιστικές εισφορές και καθορίζεται στο ποσό των τριακοσίων εβδομήντα τριών (373) ευρώ μηνιαίως, για 12 μήνες. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση, με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης, με συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε καμία πάντως περίπτωση η αύξηση δεν μπορεί να υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, ενώ μείωση του ποσού της βασικής σύνταξης αποκλείεται. β) Το ποσό της βασικής σύνταξης μειώνεται για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος κατά 1/35 για κάθε χρόνο που υπολείπεται των τριάντα πέντε (35) ετών διαμονής στην Ελλάδα, μεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας. Μειώνεται επίσης στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, καθώς και χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου. Η μείωση της βασικής σύνταξης προκειμένου για τους ασφαλισμένους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη γήρατος, ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης και μέχρι εξήντα (60) μήνες κατ’ ανώτατο όριο. Στις περιπτώσεις χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου, το ποσό της βασικής σύνταξης προσδιορίζεται για τον επιζώντα σύζυγο και κάθε συνδικαιούχο με βάση το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου. γ) Προκειμένου για τέκνα, η καταβολή του εν λόγω ποσοστού της βασικής σύνταξης παύει με τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας που ορίζονται από τη νομοθεσία. Το καταβαλλόμενο σε αυτά ποσοστό, μετά τη διακοπή χορήγησής του, προστίθεται στο ποσοστό που χορηγείται στο δικαιούχο επιζώντα σύζυγο και μέχρι το ποσοστό της δικαιούμενης σύνταξης. Εάν ο συνταξιούχος λόγω θανάτου λαμβάνει και σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος από την Τράπεζα της Ελλάδος ή άλλον Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, δικαιούται βασική/εθνική σύνταξη (ήτοι σύνταξης που δεν αναλογεί σε ασφαλιστικές εισφορές) μόνο για την εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη. Εάν λαμβάνει περισσότερες της μίας συντάξεις λόγω θανάτου από την Τράπεζα της Ελλάδος και άλλον Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, δικαιούται μία βασική/εθνική σύνταξη, κατ` επιλογή του. Σε περίπτωση επιμερισμού της εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξης μεταξύ δικαιούχου και τέκνων, το ποσό της βασικής σύνταξης κατανέμεται κατά τα ίδια ποσοστά. δ) Προκειμένου για συνταξιούχους εξ ιδίου δικαιώματος που λαμβάνουν περισσότερες της μίας συντάξεις, χορηγείται μία βασική/εθνική σύνταξη. Ο αρμόδιος φορέας για καταβολή της ανωτέρω σύνταξης, σε αυτή την κατηγορία συνταξιούχων, καθορίζεται άπαξ, κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου, με σχετική δήλωσή του. Στην περίπτωση συνταξιούχου ή δικαιούμενου μίας πλήρους και μίας μειωμένης κύριας σύνταξης, το ποσό της χορηγούμενης σύνταξης της παρούσας παραγράφου είναι πλήρες και καταβάλλεται από το φορέα που χορηγεί την πλήρη σύνταξη. ε) Η εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων γίνεται με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων περί προστασίας των πολιτών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των σχετικών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Ελλάδα. 3. Αναλογική σύνταξη. α) Ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της αναλογικής σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, λογίζεται το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, πλην εκείνων του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και χωρίς υπολογισμό επιδομάτων εορτών και αδείας, που έλαβε ο ασφαλισμένος από 1.1.2011 και επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, διά του αριθμού των μηνών απασχόλησης του ασφαλισμένου εντός της χρονικής αυτής περιόδου. Η μηνιαία σύνταξη των ανωτέρω, υπολογίζεται για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης, με βάση ποσοστά επί των προβλεπομένων συντάξιμων αποδοχών ως ακολούθως: ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ /ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΒΙΟ ΒΑΣΕΙ H.A. (%) ... . Όπου ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες ή έτη, κάθε μήνας αντιστοιχεί σε είκοσι πέντε (25) ημέρες ασφάλισης και κάθε έτος σε τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης. β) Οι εν λόγω κατώτατοι συντελεστές αναπλήρωσης αυξάνονται με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης, εναρμονιζόμενοι προς την εκάστοτε ισχύουσα κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία. γ) Κατά τον προσδιορισμό των παραπάνω συντάξιμων αποδοχών, στις αποδοχές του ασφαλισμένου, για κάθε ημερολογιακό έτος, πλην εκείνων του τελευταίου έτους ή τμήματος έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης, συνυπολογίζονται τυχόν θετικές αυξήσεις του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. δ) Το τελικό ποσό αναλογικής σύνταξης καθορίζεται για όλα τα έτη με βάση το συντελεστή που αντιστοιχεί στο τελευταίο πλήρες έτος ασφάλισης. 4. Μειωμένη σύνταξη: Σε περίπτωση απονομής μειωμένης σύνταξης γήρατος λόγω ορίου ηλικίας, ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής στην ασφάλιση, το ποσοστό μείωσης επιβάλλεται μόνο επί της βασικής σύνταξης και ορίζεται σε 1/200 επί του ποσού αυτής για κάθε μήνα που υπολείπεται από το κατά περίπτωση απαιτούμενο πλήρες όριο ηλικίας συνταξιοδότησης και μέχρι εξήντα (60) μήνες κατ΄ ανώτατο όριο. 5. Ανώτατα όρια συντάξεων: Η καταβολή του συνολικού ακαθάριστου ποσού κάθε μηνιαίας κύριας σύνταξης ή περισσότερων της μίας συντάξεων λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, μη συμπεριλαμβανομένων των ποσών των χορηγουμένων επιδομάτων αναπηρίας από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τελεί υπό την επιφύλαξη του, τυχόν, γενικώς προβλεπομένου από την κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία ανωτάτου ορίου και δη από του χρόνου ισχύος του. 6. Ισχύς διατάξεων: Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου συμπληρώνουν και δεν θίγουν τις υπόλοιπες διατάξεις του Καταστατικού, ιδίως δε αυτές του άρθρου 10, κατισχύοντας πάντως εκείνων σε περίπτωση σύγκρουσης».

13. Επειδή, όπως συνάγεται από τις διατάξεις που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη, με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση θεσπίζεται νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων που χορηγούνται στους αποχωρήσαντες μετά την 1.1.2015 από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία, κατά τα προεκτεθέντα, ενεργεί ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης. Η σύνταξη αυτή αποτελείται από δύο τμήματα: Από το τμήμα που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης πριν τις 31.12.2010 και από το τμήμα που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης μετά την 1.1.2011. Το δεύτερο αυτό τμήμα της σύνταξης προκύπτει από το άθροισμα της «βασικής» και της «αναλογικής» σύνταξης. Το ποσό της «βασικής» σύνταξης, στην περίπτωση χορήγησης πλήρους σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος σε διαμένοντα στην Ελλάδα για τουλάχιστον 35 έτη, ανέρχεται στο σταθερό ποσό των 373 ευρώ. Το ποσό της αναλογικής σύνταξης κυμαίνεται ανάλογα με τις συντάξιμες αποδοχές, τον χρόνο ασφάλισης και τον συντελεστή αναπλήρωσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην πιο πάνω υπουργική απόφαση. Ο υπολογισμός του δεύτερου αυτού τμήματος της σύνταξης (άθροισμα βασικής και αναλογικής), είναι παρόμοιος με τον τρόπο υπολογισμού (άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής) που θεσπίστηκε με τον ν. 4387/2016 για τον υπολογισμό των κύριων συντάξεων γήρατος που χορηγεί ο ΕΦΚΑ, ο οποίος από την 1η.3.2020 μετονομάστηκε σε Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ, άρθρο 51 Α του ν. 4387/2016, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4670/2020) στην πλειοψηφία των συνταξιούχων της χώρας (βλ. άρθρα 2, 7, 8 και 28 του ν. 4387/2016, όπως τα άρθρα 2, 8 και 28 διαμορφώθηκαν τελικώς με τα άρθρα 22, 24 και 28, αντιστοίχως, του ν. 4670/2020). Όπως δε έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ 1891/2019 Ολομ.), ο τρόπος αυτός υπολογισμού (του ν. 4387/2016) υιοθετήθηκε προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 10Α του Καταστατικού του ΤΣΠ-ΤΕ, το δεύτερο τμήμα της σύνταξης το οποίο χορηγείται στους συνταξιοδοτούμενους από την ΤτΕ μετά την 1.1.2015 και το οποίο αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης από την 1.1. 2011 και εφεξής διαμορφώνεται ως άθροισμα της «βασικής» και της «αναλογικής» σύνταξης. Η «βασική», δηλαδή, σύνταξη αποτελεί μέρος της μίας και μοναδικής σύνταξης που λαμβάνει η πιο πάνω κατηγορία συνταξιούχων (οι εξερχόμενοι από την υπηρεσία από την 1.1.2015 και εφεξής). Για τον καθορισμό δε του ύψους του υπολοίπου της χορηγούμενης στην ανωτέρω κατηγορία συνταξιούχων σύνταξης λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές που ελάμβανε ο συνταξιούχος όσο εργαζόταν και ο διανυθείς χρόνος ασφάλισής του, εφαρμοζομένων δύο διαφορετικών τρόπων υπολογισμού για τα ποσά της σύνταξης που αντιστοιχούν στο χρόνο ασφάλισης πριν και μετά την 1η.1.2011, με συνέπεια η απονεμόμενη στην ανωτέρω κατηγορία συνταξιούχων σύνταξη να διαμορφώνεται τελικώς σε ποσό, το οποίο αναλύεται σε άθροισμα επί μέρους ποσών σύνταξης ( σύνταξη που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης πριν την 1.1.2011+ βασική σύνταξη + σύνταξη που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης μετά την 1.1.2011), εν αντιθέσει με τη σύνταξη που λαμβάνουν οι αιτούντες, η οποία υπολογίζεται ενιαίως κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας που ίσχυε κατά το χρόνο εξόδου τους από την υπηρεσία.

14. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι το άρθρο 10Α του Καταστατικού του ΤΣΠ - ΤΕ, καθ’ ο μέρος σε αυτό γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των συνταξιούχων που συνταξιοδοτήθηκαν πριν από την 1.1.2015 και όσων συνταξιοδοτήθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή αντίκειται στην αρχή της ισότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι κατά τους αιτούντες, η μη εφαρμογή του νέου τρόπου υπολογισμού της σύνταξης που θεσπίστηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση και σε αυτούς συνιστά δυσμενή διάκριση σε βάρος τους, αφού αυτοί στερούνται τη «βασική» σύνταξη, την οποία θα ελάμβαναν αν επεκτεινόταν και σε αυτούς η εφαρμογή της πιο πάνω διάταξης, και, περαιτέρω, λαμβάνουν σύνταξη που προσδιορίστηκε με βάση το βασικό μισθό τους και όχι με βάση το σύνολο των αποδοχών, το οποίο θα λαμβανόταν υπόψη αν εφαρμόζονταν οι διατάξεις του άρθρου 10 Α του Καταστατικού και στους ίδιους.

15. Επειδή, στις παρ. 1 και 5 του άρθρου 4 ορίζεται ότι «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. … 5. Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους». Στο άρθρο 22 παρ. 5 ορίζεται ότι «Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το Σύνταγμα, με το άρθρο 22 παρ. 5, κατοχυρώνει τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων και ανάγει τη μέριμνα για την προαγωγή του σε σκοπό του Κράτους (ΣτΕ 1890/2019 Ολομ. σκ. 8), με γνώμονα την κάλυψη ολόκληρου του εργαζομένου πληθυσμού της Χώρας και την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου. Ανέθεσε δε την εξειδίκευσή της, ανάλογα με τις περιστάσεις, στον νομοθέτη, ο οποίος κατά την επιδίωξη του σκοπού αυτού έχει ευρεία εξουσία για τη ρύθμιση των σχετικών θεμάτων, υποκείμενος μόνο σε περιορισμούς που επιβάλλονται από άλλες συνταγματικές διατάξεις. Ειδικότερα, ο τρόπος υπολογισμού των συντάξεων των ασφαλισμένων και ο καθορισμός των αποδοχών που λαμβάνονται κάθε φορά υπόψη για τον υπολογισμό αυτό επαφίεται στον κοινό νομοθέτη και στην κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, κατά τη ρύθμιση δε των θεμάτων αυτών οι ασφαλιστικές παροχές δεν απαιτείται να βρίσκονται σε σχέση ευθείας ανταποδοτικότητας προς τις εισφορές που έχουν καταβληθεί, καθόσον η αρχή της ανταποδοτικότητας μεταξύ ασφαλιστικών εισφορών και παροχών και η αναλογία ασφαλιστικών παροχών και ασφαλιστικών εισφορών δεν κατοχυρώνονται συνταγματικώς (ΣτΕ 3487/2008 Ολομ. σκ. 13, 2126/2019 σκ. 5, 600/2015 σκ. 6, 619/2012 σκ. 7, 4132/2011 7μ. σκ. 12, 2298/2010 7μ. σκ. 11, 157/2009 σκ. 7 κ.ά.). Περαιτέρω, ο κοινός νομοθέτης και η κατ’ εξουσιοδότηση νόμου κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση δεν κωλύονται από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις να μεταβάλλουν για το μέλλον το σύστημα συνταξιοδότησης κατηγοριών ασφαλισμένων, είτε με τη συνολική αναμόρφωση ή τη θέσπιση ενός νέου συστήματος συνταξιοδότησης (βλ. ΣτΕ 1890/2019 Ολομ. σκ. 5) είτε με τη θέσπιση επιμέρους τροποποιήσεων, ιδίως σε σχέση με το ύψος των ασφαλιστικών παροχών ή τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων (βλ. ΣτΕ 435-436/2022 Ολομ., σκ. 25, 835/2020 σκ. 10, 2126/2019 σκ. 5, 2429/2018 7μ. σκ. 8, 3281/2017 7μ. σκ. 23, 1709/2017 7μ. σκ. 7, 734/2016 Ολομ., 3413/2013 7μ. σκ. 6, 3145/2013 σκ. 4, 2913/2013 σκ. 4, 1783/2013 σκ. 5, 619/2012 σκ. 7, 3/2012 σκ. 11, 4126/2011 σκ. 2 και 4, 2317/2010 σκ. 6, 2298/2010 7μ. σκ. 10, 1219/2010 σκ. 7, 2030/2009 σκ. 5, 1817/2009 σκ. 6, 1689/2009 7μ. σκ. 8, 157/2009 σκ. 7, 3487/2008 Ολομ. σκ. 11 364/2005 σκ. 5, 3379/2004 σκ. 5, 1077/2003 7μ. σκ. 7, 1867/2001 σκ. 5, 3740/1999 7μ. σκ. 13, 3615/1999 σκ. 7, 3107/1999 σκ. 5, 58/1999 σκ. 6, 4078/1996 σκ. 4, 3072/1992 σκ. 4, 615/1991 σκ. 4, 473/1990 σκ. 5, 1631/1989 7μ. σκ. 5, 251/1989 σκ. 4, 4884/1988 σκ. 3, 505/1988 7μ., 4139/1986, 40/1985, 2914/1983, 1508/1982, 3852/1979). Εξάλλου, ο χρόνος αποχώρησης από την υπηρεσία και υποβολής του αιτήματος για συνταξιοδότηση αποτελούν παράγοντες αρκούντως αντικειμενικούς που δικαιολογούν τη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των ασφαλισμένων σε περίπτωση νομοθετικής μεταβολής (ΣτΕ 545 - 546/2022 Ολομ. σκ. 25, 835/2020 σκ. 10, 2126/2019 σκ. 5, 1374/2019 σκ. 8, 2429/2018 7μ. σκ. 19, 3281/2017 7μ. σκ. 23, 1709/2017 7μ. σκ. 7, 719/2016 σκ. 7, 5-6/2016 σκ. 9, 600/2015 σκ. 6, 3413/2013 7μ. σκ. 6, 3145/2013 σκ. 8, 2913/2013 σκ. 8, 682/2013 σκ. 4, 619/2012 σκ. 7, 3/2012 σκ. 11, 4132/2011 7μ. σκ. 11, 4126/2011 σκ. 2, 3132/2011 σκ. 6, 2298/2010 7μ. σκ. 10, 2197/2010 Ολομ. σκ. 20, 1494/2010 σκ. 11, 1817/2009 σκ. 6, 1689/2009 7μ. σκ. 8, 1602/2009 σκ. 3, 527/2009 σκ. 7, 157/2009 σκ. 7, 3487/2008 σκ. 11, 2900/2008 σκ. 4, 718/2006 σκ. 7, 707/2006 7μ. σκ. 6, 1908/2005 σκ. 3, 3379/2004 σκ. 5, 3177/2004 σκ. 5, 135/2002 σκ. 10, 665/2000 σκ. 11, 3740/1999 7μ. σκ. 11, 3615/1999 σκ. 7, 58/1999 σκ. 6, 2031/1994 7μ. σκ. 10, 473/1990 σκ. 5, 251/1989 σκ. 4, 4884/1988 σκ. 3, 2971/1987, 40/1985, 2914/1983, 1508/1982).

16. Επειδή, περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (ΠΠΠ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας του προσώπου, το οποίο μπορεί να τη στερηθεί μόνον για λόγους δημόσιας ωφέλειας. Στην έννοια της περιουσίας, η οποία έχει αυτόνομο περιεχόμενο, ανεξάρτητο από την τυπική κατάταξη των επιμέρους περιουσιακών δικαιωμάτων στο εσωτερικό δίκαιο, περιλαμβάνονται όχι μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα δικαιώματα «περιουσιακής φύσεως», καθώς και τα κεκτημένα «οικονομικά συμφέροντα». Ενόψει των ανωτέρω, περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, αποτελούν και οι έναντι των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης αξιώσεις για τη χορήγηση προβλεπόμενων από την εθνική νομοθεσία κοινωνικοασφαλιστικών παροχών, τόσο στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος είχε υποχρεωτικώς καταβάλει στο παρελθόν εισφορές, όσο και στην περίπτωση κατά την οποία η χορήγηση της συγκεκριμένης παροχής δεν εξαρτάται από την καταβολή προηγουμένως εισφορών, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται, κατά περίπτωση, από το εθνικό δίκαιο (βλ. αποφάσεις Ε.Δ.Δ.Α. Vesna Hasani κατά Κροατίας, της 30.9.2010, Andrejeva κατά Λετονίας, της 18.2.2009, Νο 55707/00, σκέψη 77, Stec και λοιποί κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Νο 65731/01 και 65900/01, σκέψη 54, Jankovic κατά Κροατίας, της 12.10.2000, Νο 43440/98, Kjartan Asmundsson κατά Ισλανδίας, της 12.10.2004, No 60669/00, σκέψη 39, Domalewski κατά Πολωνίας, της 15.6.1999, Νο 34610/97). Πάντως, με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σύνταξης ορισμένου ύψους (βλ. Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 25.10.2011, Valkov και λοιποί κατά Βουλγαρίας, σκ. 84, απόφαση επί του παραδεκτού της 8.10.2013, Da Conceiçao Mateus και Santos Januario κατά Πορτογαλίας, σκ. 18, απόφαση της 8.10.2013, Pejcic κατά Σερβίας, σκ. 54), με συνέπεια να μην αποκλείεται, καταρχήν, διαφοροποίηση του ύψους της συνταξιοδοτικής παροχής αναλόγως με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες ή μεταβολή του συστήματος υπολογισμού της.

17. Επειδή, ο κανονιστικός νομοθέτης δεν κωλυόταν από τις ανωτέρω συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις να θεσπίσει με την προσβαλλόμενη απόφαση τις διατάξεις του άρθρου 10 Α του Καταστατικού του ΤΣΠ - ΤΕ και να εισαγάγει νέο σύστημα υπολογισμού συντάξεων για τους συνταξιοδοτούμενους από την 1.1.2015 και εφεξής, ούτε επιβαλλόταν από τις ίδιες διατάξεις να προβλεφθεί νομοθετικώς η επέκταση της εφαρμογής των ρυθμίσεων της προσβαλλόμενης απόφασης στους συνταξιοδοτηθέντες πριν την πιο πάνω ημερομηνία, των οποίων η σύνταξη είχε υπολογιστεί με βάση το ισχύον κατά τον χρόνο αποχώρησής τους από την υπηρεσία νομοθετικό καθεστώς (βλ. ΣτΕ Ολομ. 545 - 546/2022). Όπως δε προκύπτει από το περιεχόμενο των καταστατικών ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν με την προσβαλλόμενη απόφαση, ο κανονιστικός νομοθέτης θέλησε, κατ’ ενάσκηση σχετικής ευχέρειας συνταγματικώς θεμιτής, να θεσπίσει για όσους ασφαλισμένους της Τράπεζας της Ελλάδος συνταξιοδοτούνται από την 1.1.2015 και εφεξής (για το τμήμα της σύνταξής τους που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1.1.2011 και εφεξής) ένα σύστημα υπολογισμού κύριας σύνταξης παρεμφερές με το σύστημα που θεσπίστηκε για όλους τους λοιπούς ασφαλισμένους που υπάγονται στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ (βλ. άρθρα 7, 8 και 28 του ν. 4387/2016, όπως τα άρθρα 8 και 28 διαμορφώθηκαν τελικώς με τα άρθρα 24 και 28 του  
ν. 4670/2020). Υπό τα δεδομένα αυτά, το γεγονός ότι οι επίμαχες διατάξεις της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης, οι οποίες έχουν προστεθεί ως άρθρο 10 Α του Καταστατικού του ΤΣΠ - ΤΕ, δεν καταλαμβάνουν την κατηγορία ασφαλισμένων που είχαν ήδη αποχωρήσει από την υπηρεσία πριν από την 1.1.2015, των οποίων η σύνταξη υπολογίστηκε με βάση το ισχύον κατά τον χρόνο συνταξιοδότησής τους ασφαλιστικό καθεστώς, τη συνταγματικότητα του οποίου δεν αμφισβητούν, δεν συνιστά άνιση μεταχείριση αυτών έναντι της κατηγορίας των συνταξιοδοτηθέντων από 1.1.2015 και εφεξής αντικείμενη στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος. Περαιτέρω, οι διατάξεις αυτές καθ’ ο μέρος δεν προβλέπουν επέκταση της εφαρμογής τους και στους αιτούντες που συνταξιοδοτήθηκαν πριν την 1.1.2015 δεν αντίκεινται ούτε στα άρθρα 17 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε στο άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας εκ μέρους της κανονιστικώς δρώσας διοίκησης που εξέδωσε την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, η διαφορετική δε μεταχείριση των δύο πιο πάνω κατηγοριών συνταξιούχων, στηριζόμενη στον αρκούντως αντικειμενικό παράγοντα του διαφορετικού χρόνου αποχώρησης από την υπηρεσία και υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση, παρίσταται δικαιολογημένη και άρα σύμφωνη με τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας (πρβ. ΣτΕ Ολομ. 545-546/2022). Περαιτέρω, δεν τίθεται για τους αιτούντες ζήτημα παραβίασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοίκησης μετά τη θέσπιση νέου διαφορετικού τρόπου υπολογισμού της συνταξιοδοτικής παροχής για τους συνταξιοδοτούμενους από 1.1.2015 με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεδομένου ότι το
ασφαλιστικό καθεστώς των αιτούντων, όπως είχε διαμορφωθεί με βάση την ισχύουσα κατά τη συνταξιοδότησή τους νομοθεσία, δεν ανατράπηκε με τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής. Τέλος, κατά τα ήδη εκτεθέντα στη 15η σκέψη, τυχόν καταβολή υψηλότερων ποσών εισφορών εκ μέρους των αιτούντων σε σχέση με τους συνταξιοδοτούμενους από 1.1.2015 και εφεξής δεν θέτει ζήτημα αντίθεσης της προσβαλλόμενης απόφασης προς καμία συνταγματική διάταξη, δεδομένου ότι η ευθεία αναλογία εισφορών και παροχών δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς. Συνεπώς, όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

18. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


Δ ι ά τ α ύ τ α

Καταργεί τη δίκη ως προς τους Ανδρέα Διαμαντή, Παναγιώτη Μαλαπάσχα, Εμμανουήλ Πολυζωίδη και Νικόλαο Ραγιά.

Απορρίπτει την αίτηση ως προς τους λοιπούς αιτούντες.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Δέχεται την παρέμβαση της Τράπεζας της Ελλάδος.

Απορρίπτει τις παρεμβάσεις του Συλλόγου Συνταξιούχων Τραπέζης Ελλάδος και του Συλλόγου Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος.

Και

Επιβάλλει σε βάρος των αιτούντων, ως προς τους οποίους η δίκη διατηρεί το αντικείμενό της, συμμέτρως, τη δικαστική δαπάνη: α) του καθ’ ου Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, η οποία ανέρχεται στα τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ και β) της παρεμβαίνουσας Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ανέρχεται στα εξακόσια σαράντα (640) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Μαρτίου 2023


Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος
Άννα Καλογεροπούλου             Ειρήνη Δασκαλάκη

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 18ης Δεκεμβρίου 2023.

Η Πρόεδρος του Α´ Τμήματος     Η Γραμματέας του Α´ Τμήματος
Μαρίνα-Ελένη Κωνσταντινίδου     Ειρήνη Δασκαλάκη

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.

Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.

Αθήνα, ..............................................

Η Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος

2023-10-30

ΕΚΤΑΚΤΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ: Απόφαση του σημερινού Γενικού Συμβουλίου της ΤτΕ!!

Αθήνα, Οκτώβριος 2023

  1. Καταργούνται, από 1.1.2024, οι κρατήσεις των νόμων 4051 και 4093/2012 και επανέρχονται τα δώρα και το επίδομα αδείας (400+200+200) στις κύριες συντάξεις, όπως ίσχυαν (πριν την ολοσχερή κατάργησή τους από 1.1.2013 με το ν. 4093/2012) για συνταξιούχους άνω των 60 χρόνων και με μικτή κύρια σύνταξη έως 2500 ευρώ.
  2. Εξουσιοδοτείται η Διοίκηση, να μελετήσει την εξωδικαστική επίλυση των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων, ενόλο ή ενμέρει, και για την μελλοντική άρση της κράτησης 4024/2011, σύμφωνα με τις γενικότερες εξελίξεις στο θέμα αυτό.
  3. Δεν δημιουργούνται πρόσθετες δαπάνες για την υλοποίηση της παραπάνω απόφασης, καθώς, αμέσως μετά τη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου της ΤτΕ της 3.10.2017, έγιναν οι σχετικές προβλέψεις έναντι των αγωγών που είχαν ήδη ασκηθεί (2015/2016) και ενισχύθηκαν και με αυτές που ακολούθησαν το 2018 (!!)

Η παραπάνω απόφαση, έξι και πλέον χρόνια μετά την παραπάνω γνωμοδότηση επιβεβαιώνει πως, όταν υπάρχει πολιτική βούληση της Διοίκησης και ειδικά του Διοικητή της Ανεξάρτητης Κεντρικής Τράπεζας, δεν υπάρχουν εμπόδια, κυβερνητικά ή άλλα, ή δικαιολογίες περί εύλογου χρόνου και εύλογου αριθμού εφετειακών αποφάσεων(!!), για να υλοποιηθεί η βούλησή του!!

Θέλουμε να πιστεύουμε πως το νέο Δ.Σ. θα παρέμβει ενωτικά και αποτελεσματικά στην υλοποίηση της παραπάνω απόφασης για:

  • Την έντοκη επιστροφή των αναδρομικών από 11.6.2015 έως και 31.12.2023 (αφαιρουμένου του 11μηνουμε που ήδη έχει καταβληθεί),
  • Την κατάργηση και της κράτησης 4024/2011 (που έχει καταργηθεί για τους παλιούς και δεν υπάρχει σε νέους συνταξιούχους του ΕΦΚΑ(!!) και δεν αφορούσε την ΤτΕ στις συντάξεις της οποίας δεν υπολογιζόταν μέχρι την 1.7.2013(!!)
  • Την επαναφορά των δώρων και του επιδόματος αδείας στο μέρισμα 36% ( 20%+16%), όπως ίσχυαν το 2012, περίοδο στην οποία επιστρέφουμε σύμφωνα με τη σημερινή απόφαση του Γ.Σ.
  • Την κατάργηση της άδικης κράτησης της ΕΑΣ από τους συνταξιούχους της ΤτΕ, αφού η ΕΑΣ, ως κράτηση στον ΕΦΚΑ, αποτελεί χρηματοδότηση του δημοσίου, από το οποίο απαγορεύεται να χρηματοδοτηθούμε!!

Με τη σημερινή απόφαση του Γενικού Συμβουλίου, ανοίγει ο δρόμος για την αποκατάστασή μας ως προσωπικού της ΤτΕ.

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

Η ΟΜΑΔΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ των “ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ” Συνταξιούχων ΤτΕ

 

 

2021-06-11

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ 47 - Εκδικάζεται στο ΣτΕ η αίτηση ακυρότητας της Υπουργικής απόφασης Βρούτση

11 Ιουνίου 2021

Συνάδελφοι,

Ως γνωστόν, κατά της Υπουργικής απόφασης Βρούτση, με την οποία εγκρίθηκε η προσθήκη στον Κανονισμό του τέως Ταμείου Συντάξεων άρθρου 10Α , που διαχωρίζει τους συνταξιούχους της ΤτΕ σε συνταξιοδοτούμενους πριν ή μετά την 1.1.2015, ασκήθηκε αίτηση ακυρότητας 29 συναδέλφων μας στο ΣτΕ. Μετά από σειρά αναβολών, η προσφυγή μας εκδικάζεται οριστικά τη Δευτέρα 14.6.2021.

Έχουμε αναλυτικά αναφερθεί στους λόγους που μας οδήγησαν στην αίτηση ακυρότητας και πρώτα από όλα στον ανεπίτρεπτο Καταστατικά διαχωρισμό μας. Φυσικά γνωρίζουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, όταν έχουμε απέναντί μας σύσσωμους Κυβέρνηση - Διοίκηση ΤτΕ –συνδικαλιστικές πλειοψηφίες ΣΥΤΕ και ΣΣΤΕ!! Και μόνο η ετερόκλητη αυτή σύμπλευση, πρέπει να προβληματίσει όλους μας.

Το ΣτΕ, στην ιστορική του διαδρομή σαν θεσμός, έχει επιδείξει πως έχει τη δύναμη να αποκαταστήσει τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας μεταξύ των ασφαλισμένων του ίδιου εργοδότη και του ίδιου ασφαλιστικού φορέα, που ανατράπηκαν, παρά την Καταστατική υποχρέωση τήρησής τους από την Τράπεζα (Άρθρο 10 Κανονισμού Συντάξεων). Και μόνο το γεγονός πως οι πριν την 1.1.2015 συνταξιούχοι της ΤτΕ είναι οι μόνοι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες που αποκλείονται από την Εθνική (Βασική) σύνταξη, που χορηγείται ως επιστροφή από τη γενική φορολόγησή τους, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους συνταξιούχους της ΤτΕ, αλλά και τα 2.8 εκατομμύρια συνταξιούχων της χώρας μας, θα αρκούσε για τη δικαίωσή μας, που, αντί της κατάργησης παλαιότερων ανισοτήτων, βιώνουμε και νέες με τη μεθόδευση των παραπάνω παραγόντων.

Αντί εξωδικαστικού συμβιβασμού επανάληψη επικοινωνιακών τρυκ...

Συνάδελφοι,

Με την ανακοίνωση 50/7.6.2021, το Προεδρείο του ΣΣΤΕ μας ενημερώνει ότι ο Διοικητής, δεσμεύθηκε, στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο, πως οι ρυθμίσεις που θα αποφασισθούν για τα δάνεια του εν ενεργεία προσωπικού, θα ισχύουν και για τους συνταξιούχους!! Δηλαδή, δεσμεύτηκε για τα αυτονόητα: Να ισχύσουν και για τους συνταξιούχους, που έχουμε μειώσεις των συντάξεών μας από 25% μέχρι και 55%(!!), οι ρυθμίσεις στα δάνεια των εν ενεργεία, που έχουν συνεχή αύξηση των αποδοχών τους τουλάχιστον από το 2015(!!) Λες και ηθικά και νομικά θα μπορούσε να ισχύσει το αντίθετο!!

Στις 9.6.2021, με την 51 νέα ανακοίνωσή του, το Προεδρείο, μας ενημερώνει για μια απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία ταυτίζεται με τη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου της ΤτΕ από 3.10.2017, δηλαδή πως η Τράπεζα θα έπρεπε από 11.6.2015 να έχει καταργήσει τις κρατήσεις των νόμων 4051 και 4093 του 2012 και από την ίδια ημερομηνία να χορηγεί τα δώρα και το επίδομα αδείας που ελάμβαναν οι συνταξιούχοι της στην κύρια σύνταξη!!

Το Προεδρείο δεν έχει διδαχθεί από την περίπτωση του συν. Ανδρουλάκη, που πρωτόδικα είχε εν μέρει δικαιωθεί στο μέρισμα, αλλά, με έφεση της Τράπεζας, όχι μόνο αναιρέθηκε η πρωτόδική απόφαση, αλλά τέθηκαν εκ ποδών οι ΣΣΕ 1948 και 1951, και δυστυχώς επαναλαμβάνει τον κακό εαυτό του… Πρέπει όμως να γνωρίζει πως οι συνάδελφοι έχουν αρχίσει πλέον να αντιλαμβάνονται τις μεθοδεύσεις!!

Αντί, μετά και την δικαστική επιβεβαίωση της γνωμοδότησης του Ν.Σ. της Τράπεζας, το Προεδρείο να απαιτήσει από τον Διοικητή, με εξωδικαστικό συμβιβασμό, την άμεση κατάργηση των δύο κρατήσεων από τις συντάξεις μας, την επαναφορά των δώρων και του επιδόματος αδείας και την επιστροφή των αναδρομικών, αποδέχθηκε τις θέσεις του Διοικητή και έτσι η πόρτα του Εφετείου μένει και πάλι ανοικτή…!!! Δεν στιγμάτισε την παραβίαση της χρηστής Διοίκησης από τον Διοικητή και τα όργανα της Τράπεζας, για την επιβάρυνση της Τράπεζας με τόκους υπερημερίας, όπως προειδοποιούσαν οι πέντε καθηγητές του Ν.Σ. στη γνωμοδότησή τους!!

Για άλλη μια φορά στήνεται ένα επικοινωνιακό-προεκλογικό παιχνίδι που στόχο έχει να κρατάει «ζωντανές» τις υποσχέσεις και ελπίδες των συνταξιούχων πως κάτι θα γίνει (όπως γίνεται συνεχώς από το 2015) πριν από εκλογές (!!) και παράλληλα να «δικαιολογήσει» τη στάση του Προεδρείου, για την από κοινού με την κυβέρνηση και την εργοδοσία παρέμβασή της κατά των συνταξιούχων μελών της, σε όλες τις δίκες που δεν είναι ΜΕΘΟΔΕΥΜΕΝΕΣ, κάτι που δεν τόλμησαν συνδικαλιστές ούτε στη μετεμφυλιακή περίοδο, ούτε μέσα στη χούντα!!!

Για αυτό και, με την τελευταία ανακοίνωση του Προεδρείου, γίνεται νέα επίθεσή στους ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ και τον εκπρόσωπό τους, για την προσφυγή μας στο ΣτΕ, προκειμένου να υπερασπίσουμε την ανεξαρτησία της ΤτΕ και του προσωπικού της και την Καταστατική υποχρέωση της Τράπεζας από το υπάρχον άρθρο 10, για ενιαία αντιμετώπιση όλων των συνταξιούχων της χωρίς διαχωρισμούς.

Συνάδελφοι,

Οι ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ θεωρούμε πως τώρα είναι η ώρα να απαιτήσουμε να σταματήσει ο εμπαιγμός και να διεκδικήσουμε ΕΝΩΜΕΝΟΙ τα δικαιώματα μας:

  1. Υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της ΤτΕ, εφαρμογή των ΣΣΕ 1948 και 1951 με επαναχορήγηση Δώρων και επιδομάτων στο Μέρισμα 36%(20%+16%)
  2. Κατάργηση των μνημονιακών κρατήσεων από το σύνολο της σύνταξης ΟΛΩΝ των συνταξιούχων, ξεκινώντας άμεσα από την κατάργηση των κρατήσεων των δύο νόμων (4051 και 4093) και την επαναφορά των δώρων και του επιδόματος αδείας στην κύρια σύνταξη
  3. Ενιαία αντιμετώπιση των συνταξιούχων της ΤτΕ χωρίς διαχωρισμούς, σύμφωνα με το Καταστατικό της άρθρο 10 και τις ισχύουσες γενικές διατάξεις
  4. Εξωδικαστική συμφωνία για την επιστροφή του συνόλου των παρακρατηθέντων σε κύριες και επικουρικές συντάξεις.

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς,

Η ΟΜΑΔΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ των “ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ” Συνταξιούχων ΤτΕ

2019-01-28

ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (εργ.διαφ.) 194/2019 ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ


Αριθμός Απόφασης: 2019

Αριθμ. καταθ. αγωγής: 69043/201 6/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Κωνσταντίνα Υφαντή, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τον Γραμματέα Θεόδωρο Βλαχάκη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, την 26.10.2018, ΥΙΟ να δικάσει την με έκθεσης κατάθεσης 69043/201 6/2018: η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την παρούσα δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ: 1) Χρήστος Πανέτης του Ελευθερίου, κάτοικος Π.

Πεντέλης, οδός Αν. Σκούφου αρ. 7, με ΑΦΜ 023815154, 2) Ρόκκος Αρμάος του Πέτρου, κάτοικος Αθηνών, οδός Πίνδου αρ. 67, με ΑΦΜ ΟΙ 5298484, 3) Γεώργιος Μουαμελέτζης του Ανανία, κάτοικος N. Πεντέλης, οδός 25ης Μαρτίου αρ. 34, με ΑΦΜ 25646085, 4) Ιωάννης Ακριώτης του Χαραλάμπους, κάτοικος Γλυκών Νερών, οδός Μεταμόρφωσης αρ. 12, με ΑΦΜ 023424235 και 5) Νικόλαος Ανδρουλάκης του Ιωάννη, κάτοικος Μάνδρας Αττικής, οδός Αλκιβιάδου αρ. 7, με ΑΦΜ O] 2334691, οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Γεωργίας Φιλιπποπούλου του Νικολάου, κατοίκου Ν. Ψυχικού, οδός Ν. Παρίτση αρ. 21, με ΑΦΜ 056487908, η οποία κατέθεσε προτάσεις.

ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ: ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Ελ. Βενιζέλου αρ. 21, με ΑΦΜ 0940] 4213 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Γεωργίου Μαθιόπουλου του Κωνσταντίνου, κατοίκου Αθηνών, οδός Ελ. Βενιζέλου αρ. 2], με ΑΦΜ 125854732, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 12.7.2018 αγωγή τους με αριθμό κατάθεσης 69043/201 6/2018, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Από τον συνδυασμό των διατάξεων 294, 295 K c: 297 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η παραίτηση του ενάγοντα από το δικόγραφο της αγωγής μπορεί να γίνει και με προφορική δήλωσή του, η οποία καταχωρίζεται στα πρακτικά και επιφέρει κατάργηση της δίκης, χωρίς την συναίνεση του εναγομένου, πριν ο ενάγων προχωρήσει στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 4/1 992, ΑΠ 6/1992, ΑΠ 683/]988, ΑΠ 872/1983). Στην προκείμενη περίπτωση, οι πρώτος, δεύτερος, τρίτος και τέταρτος ενάγοντες, με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους, που καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής τους πριν από την έναρξη της συζήτησης της υπόθεσης. Επομένως, πρέπει να θεωρηθεί ότι η υπό κρίση αγωγή δεν ασκήθηκε και επήλθε κατάργηση της δίκης ως προς τους ανωτέρω ενάγοντες (άρθρο 295 ς ΚΠολΔ).




Το Σύνταγμα, με το άρθρο 22 $ 5, κατοχυρώνει τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων και ανάγει την μέριμνα για την προαγωγή του σε σκοπό του Κράτους. Βασικό περιεχόμενο της εν λόγω ασφάλισης αποτελεί η, έναντι καταβολής εισφοράς, προστασία του ασφαλισμένου από την επέλευση κινδύνων (γήρας, ασθένεια, αναπηρία κλπ.), οι οποίοι αναιρούν την ικανότητά του να εργάζεται (ασφαλιστικοί κίνδυνοι), και, συνακόλουθα, τείνουν να υποβαθμίσουν τις συνθήκες διαβίωσής του. Εφ' όσον επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος, ο ασφαλισμένος παύει να καταβάλλει εισφορές και αποκτά, κατ' αρχήν, αξίωση έναντι του ασφαλιστικού φορέα να του χορηγήσει παροχή, η οποία, χωρίς να απαιτείται να αντιστοιχεί ευθέως σε καταβληθείσες εισφορές του ή να αντισταθμίζει πλήρως την απώλεια του εισοδήματός του, πρέπει να είναι ικανή να του εξασφαλίσει ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερο προς εκείνο που είχε κατακτήσει κατά την διάρκεια του εργασιακού του βίου. Πέραν του ανωτέρω δημοσίου σκοπού, μέσω του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης, εκδηλώνεται η κο-ινωνΔκή αλληλεγγύη κα ασκείται κοινωνική πολιτική, ειδικότερα δε, αναδιανομή εισοδήματος με σκοπό την άμβλυνση κοινωνικών αντιθέσεων και ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, δεν κατοχυρώνεται συνταγματικά στην κοινωνική ασφάλιση η ευθεία αναλογία (αμιγής ανταποδοτικότητα) μεταξύ εισφορών και παροχών (ΟλΣτΕ 3487/2008), επιτρέπονται δε η θέσπιση ανωτάτου ορίου παροχών, η απονομή σύνταξης επί εργατικού ατυχήματος ανεξαρτήτως καταβολής εισφορών ή η μη χορήγηση σύνταξης, παρά την καταβολή εισφορών, σε περίπτωση μη θεμελίωσης του ασφαλιστικού δικαιώματος. Εν όψει των ανωτέρω και, :διαιτέρως, του προπεριγραφέντος δημοσίου σκοπού (διασφάλιση στους εργαζομένους ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης εγγύς εκείνου που είχαν κατά τον εργασιακό τους βίο), δικαιολογείται, κατά το άρθρο 22 $ 5 του Συντάγμαατος, η κατοχύρωση από τον νομοθέτη της κοινωνικής ασφάλισης ως υποχρεωτικής (με θέσπιση υποχρέωσης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών) και, εντεύθεν, η παροχή αυτής αποκλειστικά από το κράτος ή από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΑΕΔ 87/1 997, ΟλΣτΕ 3096-3101/2001). Εξάλλου, η κρατική μέριμνα την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια και επικουρική) δεν εξαντλείται στην ίδρυση από το κράτος των οικείων δημοσίων φορέων, στον ορισμό των διοικούντων αυτούς οργάνων, στην άσκηση εποπτείας της δραστηριότητάς τους και της διαχείρισης της περιουσίας τους και στην θέσπιση των σχετικών κανόνων, αλλά περιλαμβάνει και την μέριμνα για την προστασία του ασφαλιστικού τους κεφαλαίου, δηλαδή για την βιωσιμότητά τους χάριν και των επομένων γενεών, μέριμνα η οποία εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με την θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία και την αξιοποίηση της περιουσίας τους και την επωφελή διαχείριση των αποθεματικών τους, με τον καθορισμό εκάστοτε των οικείων συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων, με την πρόβλεψη κοινωνικών πόρων, και, κυρίως, με την απ' ευθείας συμμετοχή στην χρηματοδότηση των εν λόγω φορέων μέσω του κρατικού -προϋπολογισμού. Όταν, όμως, σε περιπτώσεις εξαιρετικό δυσμενών δημοσιονομικών συνθηκών, προκύπτει αιτιολογημένα ότι το κράτος αδυνατεί να παράσχει επαρκή, κατά τα άνω, χρηματοδότηση στους ασφαλιστικούς οργανισμούς και ότι δεν υφίσταται δυνατότητα διασφάλισης της βιωσιμότητας αυτών με άλλα μέσα (τροποποίηση συνταξιοδοτικών προυποθέσεων, αποτελεσματικότερη διαχείριση αποθεματικών και περιουσίας, πρόβλεψη κοινωνικών πόρων, αύξηση ασφαλιστικών εισφορών), δεν αποκλείεται, κατά το άρθρο 22 $ 5 Συντάγματος, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, η επέμβαση του νομοθέτη για την μείωση και των απονεμηθεισών ακόμη συντάξεων εφεξής. Σε τέτοιες, άλλωστε, εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νομοθέτης μπορεί, κατ' αρχήν, να θεσπίζει για την περιστολή των δημοσίων δαπανών (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι δαπάνες χρηματοδότησης των φορέων υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης), μέτρα που συνεπάγονται σοβαρή οικονομική επιβάρυνση μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού, όπως είναι η μείωση των συντάξεων όσων συνταξιοδοτούνται από το δημόσιο ή από χρηματοδοτούμενους από αυτό ασφαλιστικούς οργανισμούς, λόγω της άμεσης εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών για τον περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος. Και στις εξαιρετικές, όμως, αυτές περιπτώσεις, η δυνατότητα του νομοθέτη να περικόπτει τις ασφαλιστικές παροχές δεν είναι απεριόριστη, αλλά οριοθετείται κατά πρώτον από τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης (άρθρο 25 ξ 4 Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 ς 5 Συντάγματος), οι οποίες επιτάσσουν να κατανέμεται εξ ίσου το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ όλων των πολιτών, καθώς και από την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 ς ] Συντάγματος), σύμφωνα με την οποία το συγκεκριμένο μέτρο πρέπει να είναι πράγματι πρόσφορο και αναγκαίο για την αντιμετώπιση του προβλήματος (ΟλΣτΕ 2]92-2196/20] 4). Σε κάθε δε περίπτωση, η ήερΙκοήή συντάξέώψ δεν μπορεί νά παραβιάζει αυτό που ΟτήοτελειΙ κατά τα ανωτέρω, ΤΟ V συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, την χορήγηση δηλαδή στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υπόστασης (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινη και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου (πρβλ. απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας της 9.2.20]0,-] BvL 1/09-,-1 BvL 3/09-,-1 BvL 4/09-,ιδίως Rn. 135). Προκειμένου, εξ άλλου, να ανταποκριθεί στις εν λόγω δεσμεύσεις του και να μην υπερβεί τα όρια που χαράσσει το Σύνταγμα, ο νουοθέτης, όταν λαμβάνει μέτρα συνιστάμενο, κατά τα ανωτέρω, σε περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών, οφείλει, εν όψει και της γενικότερης υποχρέωσής του για απρογραμματισμό και συντονισμό της οικονομικής δραστηριότητας για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης» (άρθρο 106 ξ Συντάγματος), να έχει προβεί σε ειδική, εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη, από την οποία να προκύπτει αφ' ενός μεν ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι πράγματι πρόσφορα αλλά και αναγκαία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος βιωσιμότητας των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, εν όψει και των παραγόντων που το προκάλεσαν, έτσι ώστε η λήψη των μέτρων αυτών να είναι σύμφωνη με τς πιο πάνω συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, αφ' ετέρου δε ότι οι επιπτώσεις από τα μέτρα αυτά στο βιοτικό επίπεδο των πληττομένων προσώπων, συνδυαζόμενες με άλλα τυχόν ληφθέντα μέτρα (φορολογικά κ.ά.), αλλά και με το σύνολο των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών της δεδομένης συγκυρίας, δεν έχουν, αθροιστικά λαμβανόμενες, αποτέλεσμα τέτοιο που να οδηγεί σε ανεπίτρεπτη, κατά τα προεκτεθέντα, παραβίαση του πυρήνα του συνταγματικού δικαιώματος σε κοινωνική ασφάλιση. Με δεδομένο, άλλωστε, τον κατ' εξοχήν πολύπλοκο και τεχνικό χαρακτήρα των σχετικών ζητημάτων, η έλλειψη τέτοιας μελέτης, και μάλιστα διατυπωμένης με τρόπο κατανοητό και ελέγξιμο από το δικαστή κατά τις βασικές της θέσεις, θα καθιστούσε κατ' ουσίαν ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο των οικείων νομοθετικών μέτρων από τις ανωτέρω συνταγματικές απόψεις. Παρεκκλίσεις ως προς την αναγκαιότητα της ύπαρξης ή ως προς το περιεχόμενο της ανωτέρω μελέτης θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όταν συντρέχει άμεση απειλή κατάρρευσης της οικονομίας της Χώρας και τα συγκεκριμένα μέτρα λαμβάνονται κατεπειγόντως για την αποτροπή του κινδύνου. Σε τέτοιες περιπτώσεις θα μπορούσε να είναι σε πρώτη φάση αρκετή η αιτιολογημένη εκτίμηση του νομοθέτη για την ύπαρξη; την σοβαρότητο και τον άμεσο χαρακτήρα της απειλής, καθώς και για την ανάγκη, εν όψει των περιστάσεων, να ληφθούν τα συγκεκριμένα μέτρα για την άμεση αντιμετώπιση της κατάστασης. Και τούτο, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα δεν παρίστανται προδήλως απρόσφορο ή μη αναγκαία και ότι δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι υπερβαίνουν το όριο θυσίας των θιγομένων από αυτά, πάντως δε, ενόσω εξακολουθεί να συντρέχει στην ίδια ένταση ο κατεπείγων λόγος που υπαγόρευσε την επιβολή τους. Περαιτέρω στο πλαίσιο της επισημοποιηθείσας από τον Ιανουάριο του 2010 δημοσιονομικής κρίσης και μετά την διαπίστωση, με την 2010/182 απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 1 6ης Φεβρουαρίου 2010 (L 83/1 3), της κατάστασης υπερβολικού ελλείμματος, στην οποία είχε περιέλθει η Ελληνική Δημοκρατία, καθώς και της ανάγκης λήψης μέτρων για την μείωση αυτού, θεσπίστηκε ο ν. 3845/2010 «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη-μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» (Α' 65/6.5.2ΟΙΟ), στο άρθρο τρίτο του οποίου περιελήφθησαν τα πρώτα μέτρα σχετικά με την περικοπή συντάξεων. Ακολούθησε ο ν. 3863/2010 με τίτλο «Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα και συναφείς διατάξεις, ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις» (Α' 15/15.7.2010), όπου ορίστηκαν νέα μέτρα προς την ίδια κατεύθυνση, μεταξύ άλλων και η θέσπιση της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων με σκοπό την κάλυψη ελλειμμάτων των κλάδων κύριας σύνταξης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρο 38). Στην συνεχεία θεσπίστηκε ο v. 3986/20] 1 με τίτλο «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-20]5» (Α' 152/1.72Ο] 1 ), ο οποίος περιλαμβάνει νέα δέσμη μέτρων για την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, μεταξύ άλλων και την θέσπιση από 1 .9.201 της Ειδικής Εισφοράς Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης με σκοπό την κάλυψη ελλειμμάτων φορέων και κλάδων επικουρικής σύνταξης (όρθρο 44). Κατόπιν με τον ν. 4024/201 1 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο-βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» (Α' 226/27. 0.20] l) επήλθαν περαιτέρω μειώσεις στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, όπως επίσης και με τον v. 4051 /2Ο]2 (Α' 28/14.2.2012), δυνάμει του οποίου επιβλήθηκαν νέες περικοπές συντάξεων μόλις τέσσερις μήνες μετά τις θεσπισθείσες με το άρθρο 2 ν. 4024/201] περικοπές. Τέλος, με το άρθρο πρώτο ξ ΙΑ ν. 4093/2012, (Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016- Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013- 20] 6» (Α' 222/12.1 .2Ο] 2), επιβλήθηκαν νέες μειώσεις στις καταβαλλόμενες από φορείς κοινωνικής ασφάλισης συντάξεις, ενώ από . 1 .2Ο13 τα επιδόματα και δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας όλων των φορέων και τομέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του ΟΓΑ, του ΝΑΤ και της Τράπεζας της Ελλάδος καταργούνται- Ακολούθως, εκτός από τς ως άνω πεοκοπές των κύριων και επίκουρικών τους συντάξεων, οι συνταξιούχοι των φορέων υποχρεωτικης κύριας και επικουρικής ασφάλισης υπεβλήθησαν παράλληλα και στο σύνολο των γενικής φύσης οικονομικών και φορολογικών μέτρων που λήφθησαν για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας. Αναφορικά με τα μέτρα αυτά που σχετίζονται με τις προβλέψεις του πρώτου «Μνημονίου» και του πρώτου «Μεσοπροθέσμου Πλαισίου», και συνιστούν, κατά τα προεκτεθέντα, μέτρα «άμεσης απόδοσης» για την εξεύρεση πόρων προς αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης στην οποία βρέθηκε η χώρα, οι εν λόγω περικοπές, έχοντας αποφασισθεί υπό την πίεση των ως άνω όλως εξαιρετικών περιστάσεων και επιβαλλόμενες κατά την εκτίμηση του νομοθέτη για την άμεση αντιμετώπιση της κρίσης, δεν παραβιάζουν ούτε την αρχή της αναλογικότητας, καθώς δεν παρίστανται απρόσφορες ή μη αναγκαίες να υπηρετήσουν τον δημόσιο σκοπό για τον οποίο επεβλήθησαν, ούτε την προστασία του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση, καθώς δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι θίγουν το ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης των συνταξιούχων. Άλλωστε, ενόψει των έκτακτων και απρόβλεπτων συνθηκών της θέσπισής τους, δεν απαιτείτο, κατά τα προεκτεθέντα, περαιτέρω εκτίμηση των επιπτώσεών τους -από το νομοθέτη. Για τους λόγους αυτούς οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3863/2010, 3986/201 ] 4024/201 1, καθ' ο μέρος επιβάλλονται με αυτές οι εν λόγω περικοπές και μειώσεις, είναι συμβατές με το Σύνταγμα. Περαιτέρω μετά τις διαδοχικές ως άνω περικοπές και μειώσεις, σε συνέχεια δε και προς εφαρμογή του εγκριθέντος κατά το έτος 20] 2 δεύτερου «Μνημονίου Συνεννόησης» (v. 4046/201 2), ακολούθησαν το ίδιο αυτό έτος δύο ακόμη νομοθετήματα με αντικείμενο την περαιτέρω περιστολή κυρίων και επικουρικών συντάξεων: Ο v. 4051/2012, με το άρθρο 6 του οποίου μειώθηκαν αναδρομικά κατά 12% οι κύριες συντάξεις που υπερβαίνουν τα 1.300 ευρώ καλ οι επικουρικές συντάξεις, με κλιμάκωση του ποσοστού μείωσης (10%, 15% και 20%) αναλόγως του ύψους αυτών και με κατοχύρωση κατώτατου ορίου 200 ευρώ, καθώς και ο ν. 4093/2012, με το άρθρο πρώτο του οποίου, αφ' ενός μεν μειώθηκαν εκ νέου, σε ποσοστά από 5% έως και 20%, οι από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία συντάξεις, που υπερβαίνουν αθροιστικά τα 1.000 ευρώ, αφ ετέρου δε καταργήθηκαν πλέον για όλους τους συνταξιούχους τα επιδόματα και δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας. Οι τελευταίες ως άνω διατάξεις ψηφίσθηκαν όταν είχε πλέον παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής κρίσης και αφού εν τω μεταξύ είχαν σχεδιασθεί και ληφθεί τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπισή της. Επομένως, κατά την επιχειρηθείσα με τις διατάξεις αυτές νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών της ίδιας ομάδας θιγομένων, ο νομοθέτης δεν εδικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει σε σχετικές ρυθμίσεις χωρίς ειδική έρευνα του αντικειμένου αυτών, αλλά όφειλε να προβεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη, προκειμένου να διαπιστώσει και να αναδείξει τεκμηριωμένα ότι η λήψη των συγκεκριμένων μέτρων ήταν συμβατή με τις σχετικές συνταγματικές δεσμεύσεις, τις απορρέουσες, μεταξύ άλλων, από το θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και την προστασία της αξίας του ανθρώπου. Τέτοια μελέτη όμως δεν έλαβε χώρα εν προκειμένω, αλλά το μόνο κριτήριο για την θέσπιση των σχετικών μέτρων αποτέλεσε η συμβολή τους στην μείωση των δημοσίων δαπανών και την (δημοσιονομική προσαρμογή>). Κατόπιν τούτων, οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 4051 και 4093/2012 αντίκεινται στις προπαρατεθείσες συνταγματικές διατάξεις και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες, η αντίθεση δε των διατάξεων τούτων προς το Σύνταγμα αφορά στις περικοπές όχι μόνο των κύριων αλλά και των επικουρικών συντάξεων (ΟλΣτΕ 2287/2015).

Με την υπό κρίση αγωγή του, ο πέμπτος ενάγων ισχυρίζεται ότι είναι συνταξιούχος της εναγομένης από την 20. .2ΟΟ9. Ότι ως Πρόσληψης πΟ v τΓΙ v 31 . 2. 992 ασφαλίστηκε υποχρεωτικά για την παροχή κύριας σύνταξης στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού της Τράπεζας Ελλάδος (ΤΣΠ-ΤΕ), ενώ εντάχθηκε και στο Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος (ΜΤΥΤΕ), από το οποίο λάμβανε μετά την συνταξιοδότησή του και μηνιαία μετεργασιακή παροχή, που ανερχόταν σε ποσοστό 36% επί των συντάξιμων αποδοχών του. Ότι κατ' έτος λάμβανε 14 «μερίσματα» από το ως άνω μετοχικό ταμείο, που αντιστοιχούσαν στις μηνιαίες παροχές καθώς και παροχές δώρων εορτών και επιδόματος αδείας. Ότι από 1 .1 .2Ο] l, δυνάμει του άρθρου 64 v. 3863/2010 η εναγομένη ανέλαβε την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της ως προς τους κλάδους κύριας και επικουρικής σύνταξης, καθώς διαδέχθηκε τα καταργούμενα ως άνω ταμεία ΤΣΠ-ΤΕ και ΜΤΥΤΕ. Ότι με βάση την από 2.6.2013 τριμερή συλλογική συμφωνία μεταξύ της εναγομένης, του συλλόγου των υπαλλήλων της και του συλλόγου των συνταξιούχων της ορίστηκε ότι το ως άνω «μέρισμα» θα εξακολουθεί να καταβάλλεται από την εναγομένη στους δικαιούχους του σε ποσοστό 20% επί των συντάξιμων αποδοχών τους ως επικουρική σύνταξη και σε ποσοστό ως μετεργασιακή παροχή, οπότε και συστήθηκε ο ειδικός λογαριασμός με την επωνυμία «Πρόγραμμα Πρόσθετων Μετεργασιακών Παροχών». Ότι από την Ι Λ .2Ο]3 η εναγομένη έπαυσε να καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα τα επιδόματα εορτών και αδείας επί του μερίσματος, εφαρμόζοντας την σχετική αντισυνταγματική διάταξη του ν. 4093/2012 ως προς το ποσοστό 20% της επικουρικής σύνταξης, αλλά και παραβιάζοντας την σχετική συμβατική της υποχρέωση ως προς το ποσοστό της μετεργασιακής παροχής. Με βάση αυτό το ιστορικό ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 21.299,όό €, που αντιστοιχεί στα μερίσματα επιδομάτων εορτών και αδείας για τα έτη 20]3-2018, με τον νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής και έως την εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στην δικαστική του δαπάνη. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του

Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 9, 12 και , 13, αρ. 2, 25 ς 2 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621-622 ΚΠολΔ). Είναι δε ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 345, 346, 36], 914, 297 επ. ΑΚ, 64 v. 3863/2010, Επιχειρησιακή ΣΣΕ Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος της ΣΣΕ της 28.2.1948 ΣΣΕ της ]5.ό.Ι95], 907, 908 176 ΚΠολΔ. Επομένως, η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου, όπως προκύπτει από το με αριθμό 241 151648958 ] 227 007] Θ-παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων.

Η εναγόμενη, με τις νομότυπα και εμπρόθεσμα κατατεθείσες προτάσεις της, αρνείται την αγωγή, ισχυριζόμενη ότι η περικοπή των επιδομάτων εορτών και αδείας της επικουρικής σύνταξης του πέμπτου ενάγοντα ασφαλισμένου της είναι καθ' όλα νόμιμη, κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του v. 4093/2012. Επικουρικά προβάλλει την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του πέμπτου ενάγοντα, καθώς ο τελευταίος διεκδίκησε τα ως άνω «μερίσματα» επιδόματα μετά την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος από την περικοπή τους. Η ένσταση όμως αυτή πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθότι και αληθή υποτιθέμενα τα πραγματικά περιστατικά που εκτίθενται δεν αρκούν για να στοιχειοθετήσουν το πραγματικό της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ, εφόσον μόνο η μακρά αδράνεια του δικαιούχου να ασκήσει το δικαίωμά του δεν καθιστά την άσκηση αυτού καταχρηστική.

Από την προσκομιζόμενη από τον πέμπτο ενάγοντα με αριθμό 234/31.]0.2018 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα Ιωάννη Γοζαδίνου του Γεωργίου ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνων Στυλιανης Φραγκιδουλάκη, η οποία λήφθηκε κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της εναγομένης με σχετική γνωστοποίηση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου κατά την ως άνω δικάσιμο, από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο πέμπτος ενάγων προσλήφθηκε στην εναγομένη την 7.9.1972 και εργάστηκε σε αυτή έως την παραίτησή του λόγω συνταξιοδότησης την 20.]Ο.20Ο8. Με βάση την με αριθμό 5/7.] .2ΟΟ9 απόφαση του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ του απονεμήθηκε κύρια σύνταξη από 20.1 .2ΟΟ9. Επιπλέον του απονεμήθηκε μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος επίσης από 20.1 .2ΟΟ9, όπως προκύπτει από το πρακτικό της 80ης συνεδρίασης της Επιτροπής του ΜΤΥΤΕ της 20.3.2009. Το Μετοχικό αυτό Ταμείο ιδρύθηκε, σύμφωνα με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μεταξύ της εναγομένης, του Συλλόγου των Υπαλλήλων της και του Συλλόγου των Κλητήρων της της 28.2.1948 και της 15.6.1951 ως ειδικός λογαριασμός επικουρικής ασφάλισής τους, με σκοπό την παροχή μηνιαίου μερίσματος στους εξερχόμενους από την υπηρεσία υπαλλήλους της εναγομένης, σύμφωνα με το καταστατικό του. Το ποσό του μερίσματος αυτού ορίστηκε σε ποσοστό 36% επί των συντάξιμων αποδοχών των δικαιούχων του. Μετά την καθιέρωση της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης και για την επικουρική σύνταξη (ν. 997/1979) σε ποσοστό που ανερχόταν στο 20% των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων, το ΜΤΥΤΕ συνέχισε την χορήγηση μερίσματος ποσοστού 36% στους δικαιούχους του, εφόσον αυτό ήταν ανώτερο της νομοθετικά πλέον επιβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης. Επίσης οι υπάλληλοι της εναγομένης που υπάγονταν στο ΜΤΥΤΕ εξαιρέθηκαν από την υπαγωγή στο ενιαίο ταμείο επικουρικής ασφάλισης ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, διότι θεωρήθηκε ότι το ΜΤΥΤΕ, όπως και άλλα ιδιωτικά ασφαλιστικά καθεστώτα, υποκαθιστούσε το ΙΚΑ - ΤΕΑΜ ως προς το γεγονός ότι παρείχε στους δικαιούχους του επικουρική συνταξη και για τον λόγο αυτό θεωρηθηκε φορεας κοινωνικης ασφάλισης. Ακολούθως, σύμφωνα με το άρθρο 64 ξ ] v. 3863/2010, η εναγομένη από . 1.20] ] ανέλαβε την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της ως προς τους κλάδους κύριας και επικουρικής σύνταξης, αφού καταργήθηκε το ΜΤΥΤΕ και το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού του τελευταίου όσο και του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ, που είχε περιέλθει στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δυνάμει των άρθρων και 2 ν. 3655/2008, περιήλθε αυτοδίκαια στην εναγομένη, η οποία αποτελεί καθολική διάδοχο αυτών και συνεπώς και φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Περαιτέρω, με την από 25.6.2013 τριμερή Συλλογική Συμφωνία μεταξύ της εναγομένης, του Συλλόγου Συνταξιούχων αυτής και του Συλλόγου










Εργαζομένων αυτής δημιουργήθηκε το «Πρόγραμμα Μετεργασιακών Παροχών» και αποφασίστηκε να καταβάλλεται στους δικαιούχους του μερίσματος του πρώην ΜΤΥΤΕ μέρισμα σε ποσοστό επίσης 36% επί των συντάξιμων αποδοχών, εκ του οποίου το 20% αντιστοιχεί σε επικουρική σύνταξη και το υπόλοιπο 16% αντιστοιχεί σε μετεργασιακή παροχή αμιγώς συμβατικού χαρακτήρα, ενώ δηλώθηκε ότι συνεχίζουν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των ΣΣΕ των ετών 1948 και 1951. Κατά συνέπεια σε όλους τους συνταξιούχους της εναγομένης, όπως και στον πέμπτο ενάγοντα εν προκειμένω, καταβάλλεται τόσο η κύρια σύνταξη όσο και η επικουρική («μέρισμα»). Από την 1 . I .2013 όμως, κατ' εφαρμογή της διάταξης υποπαρ. ΙΑό περ. 3 άρθρου πρώτου ν. 4093/2012, ως ανωτέρω αναφέρθηκε, η εναγόμενη σταμάτησε να καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα, όπως και στους λοιπούς συνταξιούχους της, τα επιδόματα εορτών κσι αδείας αναφορικά με την επικουρική του σύνταξη (μέρισμα). Ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα αναλυτικά αναπτύχθηκαν στη ανωτέρω μείζονα σκέψη, η διάταξη αυτή, τυγχάνει ανεφάρμοστη ως αντικείμενη στο Σύνταγμα, καθόσον του στερεί το δικαιούμενο, ικανοποιητικό και αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης χαμηλόμισθων Ελλήνων συνταξιούχων. Συνεπώς, η περικοπή του μερίσματος αναφορικά με τα επιδόματα εορτών και αδείας κατά το μέρος που αφορά στο ποσό της επικουρικής σύνταξης, ήτοι το ποσοστό 20% επί των συντάξιμων αποδοχών του πέμπτου ενάγοντα έγινε κατά παράβαση του Συντάγματος και για τον λόγο αυτό έπρεπε η εναγομένη ως φορέας επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης να μην εφαρμόσει την ως άνω αντισυνταγματική διάταξη και να μην περικόψει τα επιδόματα εορτών και αδείας της επικουρικής σύνταξης. Εξάλλου, σύμφωνα με την ΟλΣτΕ 2287/2015, η οποία έκρινε αντισυνταγματικότητα του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. και υποπαρ. ίΑ.ό περ. 3 του ν. 4093/2012, ορίστηκε ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας θα επέλθουν μετά την δημοσίευση της απόφασης, ήτοι μετά την 10.6.2015, καθότι η υποχρέωση της Διοίκησης για αναδρομική καταβολή συνταξιοδοτικών παροχών αφορά σε ιδιαιτέρα ευρύ κύκλο προσώπων και με δεδομένη την οξυμένη δημοσιονομική κρίση και την ταμειακή δυσχέρεια του Ελληνικού Κράτους πρέπει να σταθμιστεί το δημόσιο συμφέρον. Ως προς το μέρος του μερίσματος που αφορά σε επικουρική σύνταξη (ποσοστό 20%) η εναγομένη λειτουργεί ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης και για τον λόγο αυτό επιβάλλεται να εναρμονιστεί με την ως άνω απόφαση του ΣΤΕ. Επομένως, οφείλει αναδρομικά επιδόματα στον πέμπτο των εναγόντων από την 10.6.2015 έως το έτος 2018, ήτοι επίδομα αδείας 2015 ποσού 528,38 €1 επίδομα Χριστουγέννων 2015 ποσού 1056,76 €, επίδομα Πάσχα 2016 ποσού 528,38 Ε, επίδομα αδείας 2016 ποσού 528,38 Ε, επίδομα Χριστουγέννων 2016 ποσού 1056,76 €, επίδομα Πάσχα 2017 528,38 Ε, επίδομα αδείας 2017 ποσού 528,38 €, επίδομα Χριστουγέννων 2017 ποσού 1056,76 €, επίδομα Πάσχα 2018 533,19 Ε, συνολικά 6345,37 Ε, ποσά που συνομολογεί και η εναγομένη με τις προτάσεις της. Αναφορικά με το μέρος του μερίσματος που αφορά σε μετεργασιακή παροχή, η εναγομένη έως την 1.1.2013 κατέβαλε την εν λόγω παροχή και ως επίδομα εορτών και αδείας, ήτοι κατέβαλε 14 μερίσματα ετησίως, γεγονός που συνέβαινε παλαιόθεν ήδη κατά την λειτουργία του πρώην ΜΤΥΤΕ, καθολικη διάδοχος του οποίου κατέστη η εναγομένη. Τα επιδόματα αυτά καταβάλλονταν χωρίς να επιφυλαχθεί η εναγομένη ή προηγούμενα το ΜΤΥΤΕ, χωρίς να δηλώνουν ότι αποτελούν οικειοθελή παροχή, αλλά αντίθετα με την πεποίθηση της συμβατικής τους δέσμευσης, γεγονός που προκύπτει και από την με αριθμό 504/13.1 1.1990 απόφαση του ΔΣ του ΜΤΥΤΕ, όπου αναφέρεται ότι θα καταβάλλονται στο μέλλον «τόσο το δώρο Χριστουγέννων όσο και το δώρο Πάσχα στους μερισματούχους του Ταμείου χωρίς κάθε φορά να ζητείται από την Διεύθυνση έγκριση του ΔΣ του Ταμείου». Επομένως, η διακοπή της καταβολής τους συνιστά παραβίαση της συμβατικής υποχρέωσης της εναγομένης και πρέπει να αποζημίωθεί ο πέμπτος ενάγων ως προς τα ποσά της μετεργασιακής παροχής που του περιέκοψε η εναγομένη για τα έτη 2013-2018, ήτοι για επίδομα αδείας 2013 ποσό 49 €, επίδομα Χριστουγέννων 2013 ποσό 982,09 Ε, επίδομα Πάσχα 2014 ποσό 49] €, επίδομα αδείας 2014 ποσό 491 Ε, επίδομα Χριστουγέννων 2014 ποσό 982,09 €, επίδομα Πάσχα 2015 ποσό 491105 €, επίδομα αδείας 2015 ποσό 491 105 €, επίδομα Χριστουγέννων 2015 ποσό 982,09 €, επίδομα Πάσχα 20] τό ποσό 49] E, επίδομα αδείας 2016 ποσό 491 Ε, επίδομα Χριστουγέννων 20] ό ποσό 982,09 Ε, επίδομα Πάσχα 2017 ποσό 49] 105 Ε, επίδομα αδείας 2017 ποσό 491 Ε, επίδομα Χριστουγέννων 2017 ποσό 982,09 €, επίδομα Πάσχα 2018 ποσό 486,75 €1 συνολικά 981 6,65 €, ποσά που συνομολογεί η εναγομένη με τις προτάσεις της. Στην συγκεκριμένη παροχή δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί η αναδρομικότητα από τον χρόνο έκδοσης της ως άνω απόφασης του ΣΤΕ, καθότι εν προκειμένω πρόκειται για παραβίαση συμβατικής δέσμευσης της εναγομένης, ως ανωτέρω αναφέρθηκε και όχι για εφαρμογή αντισυνταγματικού νόμου. Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ' ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των όλ 62,02 €, με τον νόμιμο τόκο από την δήλη ημέρα καταβολής εκάστου κονδυλίου, ήτοι 31 .12 για το επίδομα Χριστουγέννων, 30.4 για το επίδομα Πάσχα και 31.7 για το επίδομα αδείας εκάστου έτους, καθώς κατά τις συγκεκριμένες ημερομηνίες είθισται να καταβάλλεται. Το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι δυνατόν από την καθυστέρηση της εκτέλεσης της απόφασης αυτής να προξενηθεί σημαντική ζημία στον πέμτττο ενάγοντα και ότι, επομένως, πρέπει η παρούσα να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, κατά αποδοχή του σχετικού παρεπόμενου αιτήματος του ενάγοντα ως και ουσιαστικά βάσιμου, δεδομένου ότι η περικοπή μέρους των αποδοχών του του έχει επιφέρει σημαντική οικονομική δυσχέρεια. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του πέμπτου ενάγοντα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης κατά τον λόγο της ήττας της (1 78 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΘΕΩΡΕΙ την αγωγή ως προς τους πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο των εναγόντων ως μη ασκηθείσα.





ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα το ποσό των δεκαέξι χιλιάδων εκατόν εξήντα δύο ευρώ και δύο λεπτών (1 6.1 62,02), με τον νόμιμο τόκο κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της παρούσας διακρίσεις.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των οκτώ χιλιάδων (8000) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του πέμπτου ενάγοντα, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ