Γερμανοί συνδικαλιστές ρίχνουν φως στις προθέσεις της Task Force:
Το γερμανικό υπουργείο Yγείας έχει αναλάβει να συμβουλεύσει τις ελληνικές αρχές ώστε να αναμορφωθεί το ελληνικό σύστημα υγείας υπό τα γερμανικά πρότυπα. Αυτό που η κυβέρνηση συμφώνησε να εισαγάγει στην Ελλάδα δεν είναι π.χ. το γερμανικό επίτευγμα της καθολικής ασφαλιστικής κάλυψης του πληθυσμού.
Αυτό που θα αντιγράψουμε είναι το πιο αμφιλεγόμενο κομμάτι του γερμανικού συστήματος- υπεύθυνο για τον τρομακτικό αποδεκατισμό του νοσηλευτικού προσωπικού και για τα “ματωμένα εξιτήρια” ασθενών των οποίων η ανάρρωση δεν συμμορφώθηκε προς τον προβλεπόμενο προϋπολογισμό. Ενα σύστημα που από την εφαρμογή του, το 2003, όχι μόνο δεν μείωσε το κόστος του γερμανικού συστήματος υγείας αλλά ούτε καν έκαμψε τους ρυθμούς αύξησης του κόστους.
Οι Κάλε Κούνκελ και Κρίστιαν Γκόνταου, στελέχη του συνδικάτου Ver.di στον τομέα της υγείας, είδαν αρκετά στο ταξίδι τους στην Ελλάδα, στις αρχές Οκτωβρίου. Αυτό που επεσήμαναν είναι ότι πολλοί ασχολούνται, και δικαίως, με τα άμεσα προβλήματα του κλάδου, τις περικοπές μισθών, υγειονομικού προσωπικού και χρηματοδότησης, την ώρα που σε υψηλότερο επίπεδο μπαίνουν οι βάσεις για την μόνιμη υποβάθμιση του συστήματος υγείας- ακόμη και όταν η λιτότητα παρέλθει.
Το γερμανικό σύστημα, που βασίζεται στα “DRGs” (ομάδες διαγνώσεων) δεν χρηματοδοτεί τα δημόσια νοσοκομεία με βάση τα έξοδά τους αλλά με βάση μία εργοστασιακή λογική τυποποίησης, σύμφωνα με την οποία όλοι οι ασθενείς που υποφέρουν από συγκεκριμένη πάθηση έχουν τις ίδιες ανάγκες, που κοστολογούνται με τον ίδιο τρόπο. Είτε ένας ασθενής νοσηλευτεί τέσσερις ημέρες, είτε δύο εβδομάδες, το νοσοκομείο θα εισπράξει από το ασφαλιστικό ταμείο το ίδιο ποσό, αυτό που αντιστοιχεί στην διάγνωσή του. Είτε μείνει στην εντατική μία ημέρα είτε μείνει τρεις, η αποζημίωση του νοσοκομείου θα είναι ίδια.
“Νοσηλεύτριες μας λένε ότι πλέον περιθάλπουν στους θαλάμους ασθενείς που πριν δέκα χρόνια θα ήταν οπωσδήποτε στην εντατική”, λέει ο Γκόνταου. “Φτιάχνουν έναν “κυλιόμενο διάδρομο” ασθενών. Δεν κοιτάς την ξεχωριστή κατάσταση του κάθε ασθενή, προσπαθείς να τον ταιριάξεις μέσα στο σύστημα. Και αυτό οδηγεί σε καταστάσεις που οι ασθενείς παίρνουν εξιτήριο πιο νωρίς από ότι πρέπει”, προσθέτει.
“Επειδή τα τελευταία χρόνια το ποσό που λαμβάνουν τα νοσοκομεία για τις υπηρεσίες τους αυξάνεται λιγότερο από το κόστος των υπηρεσιών, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Τα νοσοκομεία μπορούν να επιβιώσουν μόνο αυξάνοντας τον αριθμό των περιστατικών που περιθάλπουν”, αναφέρει κοινοβουλευτική ερώτηση βουλευτών της γερμανικής αντιπολίτευσης που υποβλήθηκε πέρυσι. “Είτε πρέπει να περιθάλπουν περισσότερους ασθενείς, είτε οι θεραπείες να γίνονται πιο επεμβατικές”, σημειώνουν οι ερωτώντες βουλευτές.
Η κυβέρνηση της Γερμανίας αναγνώρισε εμμέσως ότι υπάρχει πρόβλημα, αναφέροντας στην απάντησή της, με ημερομηνία 14/8/2013 ότι “δρομολογούνται τα πρώτα μέτρα ώστε να καταργηθούν τα κίνητρα για μη ιατρικώς ενδεδειγμένους χειρισμούς”. Συνοψίζοντας μελέτη που έγινε από τους ίδιους τους διαχειριστές του συστήματος, η γερμανική κυβέρνηση αναφέρει ότι “στο διάστημα 2006-2008, μόνο το ένα τρίτο της αύξησης της προσφοράς υπηρεσιών μπορεί να εξηγηθεί από την δημογραφική εξέλιξη του πληθυσμού”.
Στο βάθος, ιδιωτικοποίηση
Το σύστημα υποχρεώνει ακόμη και τα δημόσια νοσοκομεία να αποκομίζουν κέρδη από την περίθαλψη των ασθενών, προκειμένου να κλείνουν τις τρύπες της υποχρηματοδότησης των υποδομών τους από τα ομοσπονδιακά κρατίδια. “Όταν μάλιστα τεθεί σε εφαρμογή το “φρένο χρέους”, το 2017, πάρα πολλοί δήμοι και κρατίδια θα κοιτάξουν να ξεφορτωθούν τα νοσοκομεία τους. Η πίεση για ιδιωτικοποίηση θα ενταθεί, γιατί οι κοινότητες θα σκεφτούν πως μπορούν να απαλλαγούν από οικονομικά βάρη και οι κλινικές είναι σίγουρα ένα από αυτά”, σημειώνει ο Κούνκελ, περιγράφοντας το μέλλον του γερμανικού συστήματος αλλά και το μέλλον του ΕΣΥ αν εφαρμοστούν τα DRGs. Πρώτα η ευθύνη για την βιωσιμότητα του κάθε νοσοκομείου μεταφέρεται στο ίδιο το νοσοκομείο, μετά αυτό χρεώνει τα ασφαλιστικά ταμεία με υπηρεσίες που δεν είναι ιατρικά αναγκαίες και βγάζει από τη μύγα ξύγκι για να επιβιώσει χωρίς κρατική χρηματοδότηση, μετά αποτυγχάνει και μετά περνά για ένα κομμάτι ψωμί στα χέρια ιδιωτικών αλυσίδων νοσοκομείων.
Παρόλο που το σύστημα επαινείται για τον υποτιθέμενο “εξορθολογισμό του κόστους” και την “αποτελεσματικότητά” του, τα βάρη που φορτώνει στα ασφαλιστικά ταμεία είναι όλο και μεγαλύτερα. “Παρακολούθησα μια παρουσίαση των ασφαλιστικών ταμείων για το σύστημα που συνόψιζε την εφαρμογή του ως εξής “Πετύχαμε αποτελεσματικότητα και διαφάνεια. Αυτό που πρέπει τώρα να διαχειριστούμε είναι η αύξηση των περιστατικών και η αύξηση του κόστους”, λέει ο Κούνκελ.
Ο θάνατος της νοσοκόμας
Κομβικό ρόλο στο σύστημα αυτό διαδραματίζουν οι γιατροί, οι οποίοι “φέρνουν τα χρήματα” στα νοσοκομεία. Αντιθέτως, το νοσηλευτικό προσωπικό αντιμετωπίζεται ως συμπιέσιμο κόστος. “Οι νοσοκόμες είναι αυτές που μπορούν να πεταχτούν από το σύστημα. Οι γιατροί όχι, γιατί οι γιατροί φέρνουν χρήματα με τις επεμβάσεις. Το να φροντίζεις τους ανθρώπους είναι ένα κόστος που μπορεί να περικοπεί”, επισημαίνει ο Κούνκελ.
Ο Γερμανός συνδικαλιστής εξηγεί ότι η μείωση του νοσηλευτικού προσωπικού στη χώρα του άρχισε όταν καταργήθηκε η υποχρεωτική αναλογία νοσηλευτικού προσωπικού προς ασθενείς το 1996 και εντάθηκε από το 2003, όταν υιοθετήθηκαν τα DRGs. “Ως το 2008 χάσαμε 50.000 νοσηλευτές και νοσηλεύτριες, και οι εργασιακές συνθήκες επιδεινώθηκαν. Πλέον, το 60% ως 70% των νοσηλευτών/τριών λένε ότι δεν μπορούν να κάνουν αυτό που πρέπει για το καλό των ασθενών. Και αν δουλεύουν σε αυτό το σύστημα για χρόνια, αρρωσταίνουν και οι ίδιες. Νοσηλεύτρια ειναι η χειρότερη δουλειά που μπορεί να κάνει κανείς στο γερμανικό σύστημα”, λέει ο Κούνκελ.
Στην Νορβηγία η αναλογία νοσηλευτών προς ασθενείς είναι 1 προς 3. Στην Καλιφόρνια είναι 1 προς 5. Στη ευημερούσα Γερμανία, την πρώτη βιομηχανική δύναμη της Ευρώπης, έχει φθάσει το 1 προς 10. “Εχουμε μια κατάσταση που αυξάνονται τα περιστατικά, αυξάνονται οι γιατροί και μειώνονται οι νοσοκόμες. Από ολόκληρη την Ευρώπη, η Γερμανία εχει την χειρότερη αναλογία ασθενών προς νοσηλευτικό προσωπικό, ακόμη χειρότερη και από την Ελλάδα πριν την κρίση”, σημειώνει ο Γερμανός συνδικαλιστής.
Ως βαλβίδα εκτόνωσης των τρομακτικών πιέσεων προς το νοσηλευτικό προσωπικό χρησιμοποιούνται οι προσλήψεις από το εξωτερικό. “Καταρχήν λίγοι νέοι στη Γερμανία επιλέγουν αυτόν τον κλάδο, ενώ αν το κάνουν, μετά από 5 χρόνια ζητούν μειωμένο ωράριο γιατί είναι αδύνατο να αντεπεξέλθουν σε πληρη απασχόληση, ενώ μετά από 10 χρόνια τα παρατάνε ή φροντίζουν να κάνουν την ίδια δουλειά σε άλλη χώρα, πχ στην Ελβετία”, λέει ο Κούνκελ. “Και τώρα εξάγουμε την γερμανική κρίση στη χώρα σας προσλαμβάνοντας στη Γερμανία τους δικούς σας εκπαιδευμένους νοσηλευτές και στέλνοντάς σας αυτό το υπέροχο σύστημα”.
Περισσότερα: http://left.gr/news/erhomaste-stin-ellada-gia-na-exagoyme-tin-krisi-toy-systimatos-ygeias-mas#sthash.5fNN7KaI.dpuf
Το γερμανικό υπουργείο Yγείας έχει αναλάβει να συμβουλεύσει τις ελληνικές αρχές ώστε να αναμορφωθεί το ελληνικό σύστημα υγείας υπό τα γερμανικά πρότυπα. Αυτό που η κυβέρνηση συμφώνησε να εισαγάγει στην Ελλάδα δεν είναι π.χ. το γερμανικό επίτευγμα της καθολικής ασφαλιστικής κάλυψης του πληθυσμού.
Αυτό που θα αντιγράψουμε είναι το πιο αμφιλεγόμενο κομμάτι του γερμανικού συστήματος- υπεύθυνο για τον τρομακτικό αποδεκατισμό του νοσηλευτικού προσωπικού και για τα “ματωμένα εξιτήρια” ασθενών των οποίων η ανάρρωση δεν συμμορφώθηκε προς τον προβλεπόμενο προϋπολογισμό. Ενα σύστημα που από την εφαρμογή του, το 2003, όχι μόνο δεν μείωσε το κόστος του γερμανικού συστήματος υγείας αλλά ούτε καν έκαμψε τους ρυθμούς αύξησης του κόστους.
Οι Κάλε Κούνκελ και Κρίστιαν Γκόνταου, στελέχη του συνδικάτου Ver.di στον τομέα της υγείας, είδαν αρκετά στο ταξίδι τους στην Ελλάδα, στις αρχές Οκτωβρίου. Αυτό που επεσήμαναν είναι ότι πολλοί ασχολούνται, και δικαίως, με τα άμεσα προβλήματα του κλάδου, τις περικοπές μισθών, υγειονομικού προσωπικού και χρηματοδότησης, την ώρα που σε υψηλότερο επίπεδο μπαίνουν οι βάσεις για την μόνιμη υποβάθμιση του συστήματος υγείας- ακόμη και όταν η λιτότητα παρέλθει.
Το γερμανικό σύστημα, που βασίζεται στα “DRGs” (ομάδες διαγνώσεων) δεν χρηματοδοτεί τα δημόσια νοσοκομεία με βάση τα έξοδά τους αλλά με βάση μία εργοστασιακή λογική τυποποίησης, σύμφωνα με την οποία όλοι οι ασθενείς που υποφέρουν από συγκεκριμένη πάθηση έχουν τις ίδιες ανάγκες, που κοστολογούνται με τον ίδιο τρόπο. Είτε ένας ασθενής νοσηλευτεί τέσσερις ημέρες, είτε δύο εβδομάδες, το νοσοκομείο θα εισπράξει από το ασφαλιστικό ταμείο το ίδιο ποσό, αυτό που αντιστοιχεί στην διάγνωσή του. Είτε μείνει στην εντατική μία ημέρα είτε μείνει τρεις, η αποζημίωση του νοσοκομείου θα είναι ίδια.
“Νοσηλεύτριες μας λένε ότι πλέον περιθάλπουν στους θαλάμους ασθενείς που πριν δέκα χρόνια θα ήταν οπωσδήποτε στην εντατική”, λέει ο Γκόνταου. “Φτιάχνουν έναν “κυλιόμενο διάδρομο” ασθενών. Δεν κοιτάς την ξεχωριστή κατάσταση του κάθε ασθενή, προσπαθείς να τον ταιριάξεις μέσα στο σύστημα. Και αυτό οδηγεί σε καταστάσεις που οι ασθενείς παίρνουν εξιτήριο πιο νωρίς από ότι πρέπει”, προσθέτει.
“Επειδή τα τελευταία χρόνια το ποσό που λαμβάνουν τα νοσοκομεία για τις υπηρεσίες τους αυξάνεται λιγότερο από το κόστος των υπηρεσιών, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Τα νοσοκομεία μπορούν να επιβιώσουν μόνο αυξάνοντας τον αριθμό των περιστατικών που περιθάλπουν”, αναφέρει κοινοβουλευτική ερώτηση βουλευτών της γερμανικής αντιπολίτευσης που υποβλήθηκε πέρυσι. “Είτε πρέπει να περιθάλπουν περισσότερους ασθενείς, είτε οι θεραπείες να γίνονται πιο επεμβατικές”, σημειώνουν οι ερωτώντες βουλευτές.
Η κυβέρνηση της Γερμανίας αναγνώρισε εμμέσως ότι υπάρχει πρόβλημα, αναφέροντας στην απάντησή της, με ημερομηνία 14/8/2013 ότι “δρομολογούνται τα πρώτα μέτρα ώστε να καταργηθούν τα κίνητρα για μη ιατρικώς ενδεδειγμένους χειρισμούς”. Συνοψίζοντας μελέτη που έγινε από τους ίδιους τους διαχειριστές του συστήματος, η γερμανική κυβέρνηση αναφέρει ότι “στο διάστημα 2006-2008, μόνο το ένα τρίτο της αύξησης της προσφοράς υπηρεσιών μπορεί να εξηγηθεί από την δημογραφική εξέλιξη του πληθυσμού”.
Στο βάθος, ιδιωτικοποίηση
Το σύστημα υποχρεώνει ακόμη και τα δημόσια νοσοκομεία να αποκομίζουν κέρδη από την περίθαλψη των ασθενών, προκειμένου να κλείνουν τις τρύπες της υποχρηματοδότησης των υποδομών τους από τα ομοσπονδιακά κρατίδια. “Όταν μάλιστα τεθεί σε εφαρμογή το “φρένο χρέους”, το 2017, πάρα πολλοί δήμοι και κρατίδια θα κοιτάξουν να ξεφορτωθούν τα νοσοκομεία τους. Η πίεση για ιδιωτικοποίηση θα ενταθεί, γιατί οι κοινότητες θα σκεφτούν πως μπορούν να απαλλαγούν από οικονομικά βάρη και οι κλινικές είναι σίγουρα ένα από αυτά”, σημειώνει ο Κούνκελ, περιγράφοντας το μέλλον του γερμανικού συστήματος αλλά και το μέλλον του ΕΣΥ αν εφαρμοστούν τα DRGs. Πρώτα η ευθύνη για την βιωσιμότητα του κάθε νοσοκομείου μεταφέρεται στο ίδιο το νοσοκομείο, μετά αυτό χρεώνει τα ασφαλιστικά ταμεία με υπηρεσίες που δεν είναι ιατρικά αναγκαίες και βγάζει από τη μύγα ξύγκι για να επιβιώσει χωρίς κρατική χρηματοδότηση, μετά αποτυγχάνει και μετά περνά για ένα κομμάτι ψωμί στα χέρια ιδιωτικών αλυσίδων νοσοκομείων.
Παρόλο που το σύστημα επαινείται για τον υποτιθέμενο “εξορθολογισμό του κόστους” και την “αποτελεσματικότητά” του, τα βάρη που φορτώνει στα ασφαλιστικά ταμεία είναι όλο και μεγαλύτερα. “Παρακολούθησα μια παρουσίαση των ασφαλιστικών ταμείων για το σύστημα που συνόψιζε την εφαρμογή του ως εξής “Πετύχαμε αποτελεσματικότητα και διαφάνεια. Αυτό που πρέπει τώρα να διαχειριστούμε είναι η αύξηση των περιστατικών και η αύξηση του κόστους”, λέει ο Κούνκελ.
Ο θάνατος της νοσοκόμας
Κομβικό ρόλο στο σύστημα αυτό διαδραματίζουν οι γιατροί, οι οποίοι “φέρνουν τα χρήματα” στα νοσοκομεία. Αντιθέτως, το νοσηλευτικό προσωπικό αντιμετωπίζεται ως συμπιέσιμο κόστος. “Οι νοσοκόμες είναι αυτές που μπορούν να πεταχτούν από το σύστημα. Οι γιατροί όχι, γιατί οι γιατροί φέρνουν χρήματα με τις επεμβάσεις. Το να φροντίζεις τους ανθρώπους είναι ένα κόστος που μπορεί να περικοπεί”, επισημαίνει ο Κούνκελ.
Ο Γερμανός συνδικαλιστής εξηγεί ότι η μείωση του νοσηλευτικού προσωπικού στη χώρα του άρχισε όταν καταργήθηκε η υποχρεωτική αναλογία νοσηλευτικού προσωπικού προς ασθενείς το 1996 και εντάθηκε από το 2003, όταν υιοθετήθηκαν τα DRGs. “Ως το 2008 χάσαμε 50.000 νοσηλευτές και νοσηλεύτριες, και οι εργασιακές συνθήκες επιδεινώθηκαν. Πλέον, το 60% ως 70% των νοσηλευτών/τριών λένε ότι δεν μπορούν να κάνουν αυτό που πρέπει για το καλό των ασθενών. Και αν δουλεύουν σε αυτό το σύστημα για χρόνια, αρρωσταίνουν και οι ίδιες. Νοσηλεύτρια ειναι η χειρότερη δουλειά που μπορεί να κάνει κανείς στο γερμανικό σύστημα”, λέει ο Κούνκελ.
Στην Νορβηγία η αναλογία νοσηλευτών προς ασθενείς είναι 1 προς 3. Στην Καλιφόρνια είναι 1 προς 5. Στη ευημερούσα Γερμανία, την πρώτη βιομηχανική δύναμη της Ευρώπης, έχει φθάσει το 1 προς 10. “Εχουμε μια κατάσταση που αυξάνονται τα περιστατικά, αυξάνονται οι γιατροί και μειώνονται οι νοσοκόμες. Από ολόκληρη την Ευρώπη, η Γερμανία εχει την χειρότερη αναλογία ασθενών προς νοσηλευτικό προσωπικό, ακόμη χειρότερη και από την Ελλάδα πριν την κρίση”, σημειώνει ο Γερμανός συνδικαλιστής.
Ως βαλβίδα εκτόνωσης των τρομακτικών πιέσεων προς το νοσηλευτικό προσωπικό χρησιμοποιούνται οι προσλήψεις από το εξωτερικό. “Καταρχήν λίγοι νέοι στη Γερμανία επιλέγουν αυτόν τον κλάδο, ενώ αν το κάνουν, μετά από 5 χρόνια ζητούν μειωμένο ωράριο γιατί είναι αδύνατο να αντεπεξέλθουν σε πληρη απασχόληση, ενώ μετά από 10 χρόνια τα παρατάνε ή φροντίζουν να κάνουν την ίδια δουλειά σε άλλη χώρα, πχ στην Ελβετία”, λέει ο Κούνκελ. “Και τώρα εξάγουμε την γερμανική κρίση στη χώρα σας προσλαμβάνοντας στη Γερμανία τους δικούς σας εκπαιδευμένους νοσηλευτές και στέλνοντάς σας αυτό το υπέροχο σύστημα”.
Περισσότερα: http://left.gr/news/erhomaste-stin-ellada-gia-na-exagoyme-tin-krisi-toy-systimatos-ygeias-mas#sthash.5fNN7KaI.dpuf