2013-12-02

ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟ

Εισαγωγή
Η συνοπτική αυτή έκδοση, πιστεύουμε πως θα συμβάλλει στην διαμόρφωση μιας σταθερής στρατηγικήςμε την οποία θα αντιμετωπίζεται εκ μέρους όλων μας η  εφαρμογή των διάφορων συνταξιοδοτικών μέτρων που θεσπίζονται συνεχώς τα τελευταία χρόνια και προκαλούν αντικειμενικά προβληματισμούς και ερωτηματικά συμβατότητας με το θεσπισμένο Καταστατικά και Νομοθετικά Συνταξιοδοτικό μας Καθεστώς.

Η έκδοση δεν φιλοδοξεί να λύσει όλα τα ερωτήματα, ούτε καλύπτει αναλυτικά την ιστορική εξέλιξη των δεδομένων. Απλά, στοχεύει στο να δοθούν όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία που ενισχύουν την ανάγκη επιλογής μιας σταθερής στρατηγικής στην αντιμετώπιση των παρεμβάσεων του Νομοθέτη.
Παράλληλα σε μια δύσκολη περίοδο, επιδιώκει να εξοπλίσει την οικογένεια της ΤτΕ με τα στοιχεία της απαιτούμενης Γνώσης και της επιστημονικής Τεκμηρίωσης, ιδιαιτέρως απαραίτητα στην εποχή του βάρβαρου νεοφιλελευθερισμού και του κοινωνικού αυτοματισμού
Η έκδοση αυτή ελπίζουμε να κινητοποιήσει τις αστείρευτες δυνάμεις του χώρου μας και να τροφοδοτήσει  μια αναγκαία σήμερα δημιουργική άμιλλα για την θεμελίωση όλων εκείνων των δεδομένων, πάνω στα οποία στηρίχθηκε η ογδοντάχρονη και πλέον πορεία αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας του χώρου της ΤτΕ.
Αθήνα 2/12/2013
Εκ μέρους των Συντακτών
Ευσταθίου Κώστας μέλος Δ.Σ. του Σ.Σ.Τ.Ε.

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αθήνα 2/12/2013
Σταθερή επιλογή στρατηγικής
Στα τελευταία χρόνια είναι συνεχείς οι προσπάθειες για μια ριζική αναδιαμόρφωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας. Ειδικότερα, μετά το 2010 και τις πολιτικές των μνημονίων, τα μέτρα περιορισμού των συντάξεων κύριων και επικουρικών είναι στην πρώτη γραμμή. Η σταθερή και αταλάντευτη θέση, από την οποία πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα θέματα αυτά, έχει στον πυρήνα της λογικής τηςτην Καταστατική υποχρέωση (άρθρα 38, 71) της ΤτΕ ως προς τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα του προσωπικού της,  γεγονός το  οποίο είναιστρατηγικής σημασίας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας. Το Καταστατικό της ΤτΕ, το οποίο έχει επικυρωθεί με διεθνή σύμβαση, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Καταστατικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά και οι Καταστατικές υποχρεώσεις της ΤτΕ απέναντι στο προσωπικό της έχουν ήδη αναγνωρισθεί και με δύο Νόμους του Εθνικού μας κοινοβουλίου (Ν.3193/2003 και 3863/2010). Επομένως η αντιμετώπιση τόσο σοβαρών θεμάτων δεν μπορεί να υπηρετεί οποιεσδήποτε σκοπιμότητες και τακτικισμούς της συγκυρίας. Σαφώς και η σημερινή κοινωνική κατάσταση απαιτεί προσεκτικές κινήσεις, αυτό όμως δεν δικαιολογεί την ενσωμάτωση της ΤτΕ σε μια διαδικασία όπως αυτή της ΗΔΙΚΑ Α.Ε. για την οποία δεν έχει άμεση νομική υποχρέωση και από την οποία δεν θα χαθούν μόνο κάποια στοιχεία ανεξαρτησίας στη διαχείριση των συνταξιοδοτικών θεμάτων του προσωπικού της, αλλά σταδιακά θα αποδυναμωθούν και όλα εκείνα τα στοιχεία που της επιτρέπουντη διαχείριση του συνόλου των θεμάτων στο εσωτερικό της, σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ως πραγματικά ανεξάρτητης θεσμικής αρχής  και με νομοθετική εξουσία σε ειδικά θέματα.
 
Ιστορική αναδρομή στη διαμόρφωση του συνταξιοδοτικού μας καθεστώτος
Το συνταξιοδοτικό καθεστώς του προσωπικού της ΤτΕ διαμορφώθηκε στη βάση της Καταστατικής επιταγής των άρθρων 38 και 71 για χορήγηση μισθού και σύνταξης από την ίδια, αλλά και από το γεγονός πως το προσωπικό, το οποίο προσλήφθηκε κατά την έναρξη της λειτουργίας της το 1928, προήλθε κατά μεγάλο ποσοστό από την ΕΤΕ. Με δεδομένη την έλλειψη την εποχή εκείνη ενός  συστήματος διαδοχικής ασφάλισης η ΤτΕ, για λόγους συμβατότητας του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού καθεστώτος του προσωπικού της, δημιούργησε οργανωτικά Συνταξιοδοτικό Ταμείο, στο ακρότατο δυνατό νομικά όριο, ούτως ώστε να παρέχεται σύνταξη, τυπικάσύμφωνα με το Καταστατικό του Συνταξιοδοτικού Ταμείου, ουσιαστικά όμως από την ίδια αφού τα πάντα εγκρίνονταν και κατοχυρώνονταν με αποφάσεις του Γενικού της Συμβουλίου. Την ίδια λογική ακολούθησε αργότερα και για τη δημιουργία των δύο άλλων Ταμείων, του Μετοχικού και του Αυτασφαλείας.
  
Εξετάζοντας κανείς με προσοχή τις εισφορές – καταβολές του προσωπικού της ΤτΕ στο Συνταξιοδοτικό Ταμείο, αυτές περιελάμβαναν ποσά εφ άπαξ, περιοδικά και συμπληρωματικά,  πλέον αυτών τα οποία η ίδια η ΤτΕ κατέβαλλε υλοποιώντας σαφώς τις καταστατικές της υποχρεώσεις. Μάλιστα σε δύσκολους οικονομικούς καιρούς, όπως την περίοδο μετά την απελευθέρωση από τη Γερμανική κατοχή, σε συμφωνία με την τότε Διοίκηση της ΤτΕ, οι εργαζόμενοι παραιτήθηκαν των γενικών αυξήσεων ποσοστού 15% που χορηγήθηκαν σε όλους τους υπαλλήλους,και με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της αυτές μετατράπηκαν σε εισφορά στο Συνταξιοδοτικό Ταμείο ( 10% και 5% της ΤτΕ και του εργαζόμενου αντίστοιχα), ποσό το οποίο, με την ίδια απόφαση, κατέβαλε εξ ολοκλήρου η ΤτΕ. Η ως άνω καταβολή της εισφοράς του εργαζόμενου από την ΤτΕ δεν σημαίνει, όπως προκύπτει  από τα οικονομικά στοιχεία, ότι οι εργαζόμενοι έπαψαν να ενισχύουν το Συνταξιοδοτικό Ταμείο τους, αλλά αντίθετα το ενίσχυαν και μάλιστα με υψηλότερες καταβολέςαπό αυτές που αρχικά καθιερώθηκαν για το γενικό συνταξιοδοτικό ταμείο του ΙΚΑ. Η απουσία, από την αρχή της  ίδρυσης του Συνταξιοδοτικού Ταμείου, εισφοράς με την τυπική της μορφή τονίζει ακριβώς το γεγονός ότι την ευθύνη καταβολής της σύνταξης στο προσωπικό της την είχε πάντα από την αρχή της δημιουργίας της η ίδια η ΤτΕ, όπως προβλέπει και το Καταστατικό της.
Ειδικά ή Ευγενή Ταμεία και Συνταξιοδοτικά Ταμεία της ΤτΕ
Την περίοδο πριν τη δημιουργία του ΙΚΑ και τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης για σύνταξη, ορισμένοι κλάδοι εργαζομένων είχαν ήδη μεριμνήσει με δική τους πρωτοβουλία και στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών εργαζομένων–εργοδοτών, να δημιουργήσουν συνταξιοδοτικά ταμεία, αρχικά κύριας και κατόπιν συμπληρωματικής σύνταξης (μερίσματος). Τα ταμεία αυτά έμειναν έξω από το ΙΚΑκαι τον αρχικό νόμο της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης και παρείχαν συντάξεις σύμφωνα με τις προβλέψεις των  καταστατικών τους και όχι σύμφωνα με τις επιταγές του τότε νομοθέτη. Στη διάρκεια των επόμενων χρόνων έγιναν πολλές προσπάθειες για βίαιη ενοποίηση αυτών των ταμείων, τα οποία αποκαλούντο ευγενή ή ειδικά ταμεία, με σκοπό τελικά την ένταξή  τους στο ΙΚΑ. Όλες αυτές οι προσπάθειες ακόμη και κατά  τη διάρκεια της δικτατορίας, αποκρούσθηκαν από τους αγώνες των εργαζομένων που ήταν ασφαλισμένοι στα ταμεία αυτά. Οι εργαζόμενοι της ΤτΕ, τόσο το 1970 όσο και αργότερα την περίοδο 1990–1992 (Ν.1902 και 2084), έδωσαν τον αγώνα τους μαζί με τους υπόλοιπους τραπεζοϋπάλληλους  στο πλαίσιο της ΟΤΟΕ. Το 1970 όμως, παράλληλα με τη συμπόρευσή τους με όλους τους εργαζόμενους, ασφαλισμένους των ειδικών ταμείων, προέβαλαν σταθερά το ιδιαίτερο καθεστώς του δικού τους ταμείου το οποίο οι κυβερνώντεςτο εμφάνιζαν ως ειδικό ή ευγενές ταμείο, ενώ στην ουσία αυτό αποτελούσε έκφραση της επιταγής του Καταστατικού της ΤτΕ και συγκεκριμένα των άρθρων 38 και 71 και το οποίο ουδέποτε έλαβε κρατική χρηματοδότηση ή ενισχύθηκε από φόρους υπέρ τρίτων όπως έγινε για ορισμένα από τα λεγόμενα ευγενή ή ειδικά ταμεία. Μάλιστα το τότε Δ.Σ. του ΣΥΤΕ διορισμένο από την ίδια τη χούντα, πρόβαλε σθεναρά τη θέση αυτή καλώντας και σε συγκέντρωση στα γραφεία του συλλόγου στη ΣΙΝΑ 16.
 
Την περίοδο 1990–1992 και των παρεμβάσεων των Ν.1902 και 2084, σε αντίθεση με αυτή την πρακτική του 1970, η παράμετρος της Καταστατικής επιταγής υποτιμήθηκε ή αφέθηκε να παρασυρθεί από το ρεύμα των πάσης φύσεως επικοινωνιακών αναγκών των τότε κυβερνήσεων. Την περίοδο 1992–1993 οι προσπάθειες, για μια στρατηγική απάντηση με βάση τις επιταγές του Καταστατικού της ΤτΕ, δυστυχώς δεν ευδοκίμησαν αφού την τότε συμφωνία, για ένταξη των Συνταξιοδοτικών Ταμείων στην ΤτΕ, την πολέμησαν οι διαμορφωμένες δυνάμεις του πανίσχυρου παραταξιακού – κομματικού συνδικαλισμού. Την περίοδο 1994–2002 οι προσπάθειες αυτές, μέσα στην καθημερινότητα που διαμορφώθηκε στην ΤτΕ, σχεδόν εγκαταλείφθηκαν. Η μόνη αλλά ουσιώδης και με στρατηγική σημασία απόφαση, που επανατοποθέτησε το όλο θέμα στη βάση του, είναι αυτή της δημιουργίας ΕΙΔΙΚΟΥ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΨΗ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΤΗΣ Τ.τ.Ε ΠΡΟΣ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΗΣ. Μάλιστα η πρόβλεψη αυτή έχει πιστοποιηθεί από τους εξωτερικούς ελεγκτές και έχει καταγραφεί στους Ισολογισμούς της ΤτΕ. Είναι η πλέον πειστική απάντηση θεσμικά και νομικά σε όλους εκείνους που δεν κατανοούν το θέμα της καταστατικής δέσμευσης της ΤτΕ απέναντι στο προσωπικό της και επικαλούνται τη δύσκολη κοινωνική συγκυρία για να υποκλιθούν σε αυτή.
 
Η επίθεση στο ασφαλιστικό με το Νόμο Ρέππα (Ν.3029/2002)επανέφερε στην επιφάνεια τα κενά της επιδερμικής και μη στρατηγικής αντιμετώπισης αυτού του θέματος. Αντιμετώπιζαν  το Συνταξιοδοτικό μας Ταμείο και πάλι ως ευγενές ή ειδικό ταμείο, αποσιωπώντας τον καταστατικό χαρακτήρα των υποχρεώσεων της ΤτΕ απέναντι στο προσωπικό της. 
Ευτυχώς, ο αγώνας του προσωπικού αξιοποιήθηκε σωστά με τη συνδρομή όλων των παραγόντων στο εσωτερικό της ΤτΕ και  αναγνωρίσθηκε, για πρώτη φορά  και Νομοθετικά από το  Εθνικό Δίκαιο, η υποχρέωση της ΤτΕ ως Ανεξαρτήτου Θεσμικού Φορέα να εγγυάται, με βάση το Καταστατικό της (άρθρα 38 και 71), το σύνολο των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων, κύριας και επικουρικής (Μερίσματος), προς το προσωπικό της  (Ν.3193/2003 άρθρο 18).
Η παραπάνω σημαντική, σε στρατηγικό πεδίο, νομοθετική ρύθμιση επιχειρήθηκε να αποδιαρθρωθεί με τη νέα επίθεση του Νόμου Πετραλιά (Ν.3655/2008).  Επίθεση απροσδόκητη για την τότε Διοίκηση της ΤτΕ η οποία ήταν καθησυχαστική απέναντι στο προσωπικό. Χρειάσθηκε ο σκληρός αγώνας του προσωπικού για να μπορέσουμε να απαγκιστρωθούμε, μέσω του Ειδικού Λογαριασμού: Κωδικός Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος (ΚΩΠΤΕ), από την ένταξή μας στο ΙΚΑ και την αναίρεση της ανεξαρτησίας του Συνταξιοδοτικού μας  Ταμείου και την κατάργηση ουσιαστικά του Ν.3193/2003 άρθρο 18. 
 
Τέλος η νομοθετική ρύθμιση της ένταξης των Συνταξιοδοτικών Ταμείων στην ΤτΕ με το Ν.3863/2010 άρθρο 64 και η λειτουργία του Συμβουλίου Ασφάλισης σύμφωνα με το Ν.4021/2011 άρθρα 44 και 45, χωρίς την παρουσία εκπροσώπων των Υπουργείων Οικονομίας και Εργασίας την  οποία προέβλεπε ο Ν.3863/2010 άρθρο 64 και απέρριψε η ΕΚΤ, αποτελούν το στρατηγικό κεκτημένο, για το ασφαλιστικό αλλά και για το σύνολο του ρόλου και της ανεξαρτησίας της ΤτΕ, το οποίο πρέπει σήμερα να υπερασπισθούμε.

Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων στη σημερινή εποχή των μνημονίων

Η νέα δοκιμασία, η οποία είναι επί θύραις, απειλεί όχι μόνο να ακυρώσει όλο το στρατηγικό κεκτημένο των Ν.3193/2003 και 3863/2010, αλλά υπονομεύει  και την καταστατικά θεσπισμένη ανεξαρτησία της ΤτΕ, μέσα στην έννοια της οποίας συμπεριλαμβάνονται το σύνολο των εργασιακών-οικονομικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων του συνόλου του προσωπικού εν ενεργεία και συνταξιούχων,  σύμφωνα και με τις Γνώμες της Ε.Κ.Τ.  Είναι μάλιστα πολύ πιθανόν σε περίπτωση που η ΤτΕ δεχθεί σήμερα, να προβεί σε πράξεις που υπονομεύουν την ανεξαρτησία της στη λογική πως αυτές αναφέρονται μόνον στα στενά όρια της κύριας ή της επικουρικής σύνταξης, να υποχρεωθεί να δεχθεί αύριο, χωρίς εσωτερική συνοχή, περιορισμούς σε όλο το εύρος αυτού που προστατεύει θεσμικά η ανεξαρτησία της ΤτΕ προς δικαίωση των διάφορων κοινωνικών δικτύων και μπλόγκερ…  Ενώ κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει τις πιέσεις ενσωμάτωσης των αυτοδιαχειριζόμενων Ταμείων Υγείας στον ΕΟΠΥΥ και τα λεγόμενα περί «πατρικίων και πληβείων» …  Γι αυτό, στην καινούργια κατάσταση που δημιουργούν τα συνεχή μνημονιακά νομοθετήματα στο Ασφαλιστικό, απαιτείται εκ νέου να σκεφτόμαστε και να δρούμε στρατηγικά και όχι ευκαιριακά καθώς μάλιστα στο Ασφαλιστικό τα λάθη είναι διαρκή και όχι στιγμιαία. Πρέπει ευθύς εξ αρχής να αποσαφηνισθούν με πληρότητα έννοιες και να υπερασπισθούμε πρακτικές που αποτελούν την πεμπτουσία των καταστατικών επιταγών της ανεξάρτητης Κεντρικής Τράπεζας της χώρας μας, της οποίας το Καταστατικό αποτελεί καταστατικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και οι Καταστατικές υποχρεώσεις της, υποχρεώσεις της Ε.Κ.Τ.
 
Η αναφορά της ΤτΕ εντός των μνημονικών νόμων, για την τήρηση των βασικών παραμέτρων του γενικότερου ασφαλιστικού πλαισίου, δεν συνεπάγεται κατάργηση της αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας της και βεβαίως δεν σημαίνει τη μεταφορά των συνταξιοδοτικών δεδομένων του προσωπικού της από το παράθυρο στο Ι.Κ.Α από το οποίο βγήκαμε από την πόρτα και με νόμο. Ούτε μπορεί να  εφαρμόζονται μέτρα που αφορούν στο γενικότερο ασφαλιστικό πλαίσιο του ΙΚΑ και  να συνδυάζονται με άλλους όρους και προϋποθέσεις από αυτές που έχουν στοιχειοθετηθεί για το χώρο μας από τα καταστατικά των πρώην Ταμείων. Μια τέτοια πρακτική, με εφαρμογή γενικότερων μέτρων στο ανάμεικτο πλαίσιο Ι.Κ.Α. και Καταστατικού, καταλήγει σε κάθε περίπτωση σε βάρος των εργαζομένων στην ΤτΕ. Αυτό ισχύει για σειρά θεμάτων όπως: 
 
Συντάξιμες αποδοχές
Στο γενικότερο ασφαλιστικό πλαίσιο, με το οποίο μας καλούν να εναρμονισθούμε, οι συντάξιμες αποδοχές αποτελούνται από το μέσο όρο των αποδοχών της καλύτερης πενταετίας του εργασιακού βίου. Μέχρι και το Δεκέμβριο του 2012 το ανώτατο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών για τους μέχρι 31.12.92. ασφαλισμένους στο ΙΚΑ, στις οποίες γίνονταν κρατήσεις, ήταντα 2.432,25 ευρώ, ενώ την ίδια περίοδο στην ΤτΕ δεν υπήρχε ανώτατο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών και οι κρατήσεις γίνονταν στο σύνολο των αποδοχών (τακτικών, εκτάκτων και υπερωριών)!!! Και ο Ν. 4093/2012, που καθιέρωσε από 1.1.2013 νέο ανώτατο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών για όλους τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ τα 5.546,80 ευρώ, ρητά αναφέρει πως σε όσα Ταμεία τα καταστατικά καθορίζουν υπέρτερο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών, όπως στην ΤτΕ όπου οι κρατήσεις γίνονται στο σύνολο των αποδοχών (τακτικών, εκτάκτων και υπερωριών), εξακολουθούν να ισχύουν οι καταστατικές διατάξεις!!!
 
Στην ΤτΕ για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη μόνο τρία στοιχεία από το σύνολο των αποδοχών του προσωπικού: Βασικός Μισθός, Επίδομα Πολυετίας και Επίδομα Θέσης. Πλέον αυτών υπολογίζεται μόνον το Επιστημονικό Επίδομα για τους πτυχιούχους. Αυτό σημαίνει ότι οι συντάξιμες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται οι καταβαλλόμενες συντάξεις στο προσωπικό της ΤτΕ, αποτελούν πολύ μικρό μέρος των αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει με το γενικότερο ασφαλιστικό σύστημα του ΙΚΑ στο οποίο συντάξιμες αποδοχές θεωρούνται το σύνολο των αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές. Έτσι για τους συνταξιούχους της ΤτΕ οι συντάξιμες αποδοχές τους αποτελούν: Για τα μέλη της Διοίκησης μόνο το 30%–40% των αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές, για Διευθυντές-Υποδιευθυντές-Εντεταλμένους με πλήρη 35ετία μόνο το 50%–60%  και για το υπόλοιπο προσωπικό μόνο το 70%–80%. Αποτέλεσμα αυτών είναι, όχι μόνο να υπάρχει έλλειμμα ανταποδοτικότητας εισφορών-παροχών αλλά και μετά την αδικαιολόγητη υιοθέτηση και εφαρμογή του πλαφόν, να οδηγηθούμε σε πλήρη ισοπεδωτική λογική με αγνόηση στοιχειωδώς των αναγκαίων όρων ανταποδοτικότητας εισφορών-παροχών.
Πρόσθετα με την εφαρμογή ατυχώς των διάφορων πέναλτι,που προβλέπονται και επιβάλλονται για εντελώς ξεχωριστούς λόγους στο ΙΚΑ και που καμιά σχέση δεν έχουν με τις καταστατικές προβλέψεις της ΤτΕ, ή την κατάργηση των προσαυξήσεων, για τις οποίες πληρώθηκαν εισφορές αναγνώρισης κ.ά,  καταπατάται πλήρως κάθε έννοια ανταποδοτικότητας και δίκαιης προσδοκίας των συνταξιούχων της ΤτΕ.

Ύψος και Ανταποδοτικότητα Εισφορών
Οι εισφορές στο γενικότερο ασφαλιστικό σύστημα του ΙΚΑ ανέρχονται για κύρια σύνταξη στο σύνολο του 20%, καταβαλλόμενες αυστηρά στο σύνολο των μικτών αποδοχών με ανώτατο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών τα 2.432,25 ευρώ μέχρι και 31/12/2012 και τα 5.546,80 ευρώ από 1/1/2013 σύμφωνα με το Ν.4093/2012, ενώ στην ΤτΕ ανέρχονταν την 31/12/2012 για κύρια σύνταξη στο 38%, καταβαλλόμενες στο σύνολο των μικτών αποδοχών (τακτικών, εκτάκτων και υπερωριών), χωρίς κανένα όριο ύψους ασφαλιστέων αποδοχών. Μάλιστα και μετά τον νόμο 4093/2012, εξακολουθούν να ισχύουν οι προβλέψεις του καταστατικού ως προς τον υπολογισμό των εισφορών στο σύνολο των αποδοχών.
Για την επικουρική σύνταξη στο γενικότερο ασφαλιστικό σύστημα οι εισφορές κυμαίνονται με ανώτατο όριο το 6% για το σύνολο των μικτών αποδοχών με προσδιορισμένο επίσης  ανώτατο ύψος ασφαλιστέων αποδοχών, ενώ στην ΤτΕ ανέρχονται στο 8,2% χωρίς κανένα όριο ύψους ασφαλιστέων αποδοχών, αλλά στο σύνολο των αποδοχών (τακτικών, εκτάκτων και υπερωριών). Παράλληλα τόσο για την κύρια όσο και για την επικουρική (Μέρισμα) σύνταξη, οι εργαζόμενοι στην ΤτΕ καταβάλλουν πρόσθετες εφ άπαξ εισφορές στους λογαριασμούς καταβολής κύριας σύνταξης και μερίσματος με την πρόσληψη, την προαγωγή, την τοποθέτηση, την εφαρμογή των ΣΣΕ, τα οικογενειακά επιδόματα,  κ.ά. 
 
Ποσοστό Υπολογισμού Σύνταξης
Στο γενικότερο ασφαλιστικό πλαίσιο το ποσοστό υπολογισμού σύνταξης αποτελεί σήμερα το 70% των αποδοχών για τις οποίες καταβλήθηκαν εισφορές (σχετικά αναφέραμε παραπάνω), ενώ στην ΤτΕ με τον περιορισμό του ποσού των συνταξίμων αποδοχών σύμφωνα με τις καταστατικές προβλέψεις, εφαρμόζοντας το ποσοστό υπολογισμού σύνταξης που προβλέπουν νόμοι που όμως αφορούν σε συντάξεις που υπολογίζονται στο σύνολο των αποδοχών, καταλήγουμε σε τραγικά αποτελέσματα. Το πραγματικό ποσοστό υπολογισμού της σύνταξης αντιστοιχεί στο 15% περίπου των αποδοχών επί των οποίων γίνονται κρατήσεις για τα μέλη της Διοίκησης,               στο 27%45% για Διευθυντές-Υποδιευθυντές- Εντεταλμένους και 50%65% για τον υπολογισμό των συντάξεων του υπόλοιπου προσωπικού!!! 
 
Όρια Ηλικίας Συνταξιοδότησης
Και εδώ πραγματικά υπάρχει ένα μωσαϊκό απαράδεκτων καταστάσεων. Από τη μια οι γενικότεροι κανόνες του ασφαλιστικού που συγκρούονται όμως με τις Καταστατικές προβλέψεις υποχρεωτικής συνταξιοδότησης λόγω ορίου ηλικίας, με την παράλληλη εφαρμογή των προβλεπόμενων πέναλτι για αποχώρηση σε ηλικία κατώτερη του υποχρεωτικού ορίου… Ζητήματα που επιδέχονται πλήθος ερμηνειών και είναι πρόσφορα για δικαιολογημένες νομικές προσφυγές. Ζητήματα που έλκουν την εφαρμογή τους στο γενικότερο ασφαλιστικό πλαίσιο του ΙΚΑ για διαφορετικούς λόγους, ανύπαρκτους και ασύμβατους με την πολιτική προσωπικού που Καταστατικά ακολουθεί η ΤτΕ. Πολλά ακόμα παραδείγματα θα μπορούσαν να αναφερθούν που απεικονίζουν την πολυδαίδαλη κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει και είναι αποτέλεσμα της έλλειψης σταθερής στρατηγικής προσέγγισης του τρόπου και των μέσων διαχείρισης των προβλέψεων του Καταστατικού της ΤτΕ και των σχετικών νόμων.
 
Δώρα εορτών– Επίδομα αδείας
Με το νόμο της ένταξης των Ταμείων στην ΤτΕ ανατίθεται σαφώς στο Γενικό Συμβούλιο της ΤτΕ και στο Συμβούλιο Ασφάλισης η καταβολή των παροχών που προβλέπονται από το Καταστατικό του τέως Μετοχικού Ταμείου, χωρίς παρέμβαση και δικαίωμα ψήφου του συμμετέχοντα μόνο για θέματα κύριας σύνταξης κυβερνητικού επιτρόπου. Αυτό εξ άλλου επιβεβαιώνεται και από την απάντηση της αρμόδιας Διευθύντριας του Υπουργείου Εργασίας στο συνάδελφο Μπαλασκώνη Ανδρέα σε ερώτημά του για την αρμοδιότητα της εποπτείας και του έλεγχου της επικουρικής σύνταξης στην ΤτΕ. Η έγγραφη απάντησή της είναι ότι: Η εποπτεία και ο έλεγχος της επικουρικής σύνταξης ανήκει αποκλειστικά στην ΤτΕ και στα αρμόδια όργανά της. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που το αντίστοιχο ¨ Μετοχικό Ταμείο¨ της ΕΤΕπου λειτουργεί ως λογαριασμός και δεν εποπτεύεται από το Υπουργείο, εξακολουθεί ακόμα να καταβάλλει κανονικά τα Δώρα και το επίδομα αδείας. Τα Ταμεία αυτής της νομικής μορφής δηλαδή Ν.Π.Ι.Δ. ή οι λογαριασμοί εάν δεν έχουν χρήματα για την καταβολή των υποχρεώσεών τους είναι υποχρεωμένα να βρουν λύση χωρίς καμιά παρεμβολή του Υπουργείου το οποίο δεν εγγυάται τις επικουρικές συντάξεις των Ν.Π.Ι.Δ. ή των λογαριασμών.  Στην περίπτωση της  ΤτΕ, η οποία και με το νόμο ανέλαβε η ίδια την υποχρέωση καταβολής του μερίσματος στο προσωπικό της από την 1/1/2011, δεν μπορεί να προβληθεί λόγος οικονομικής αδυναμίας, όταν μάλιστα το  καταστατικό της ΤτΕ είναι και καταστατικό της ΕΚΤ. Από αυτό και μόνο παράγεται η υποχρέωση συνέχισης της καταβολής των Δώρων εορτών και του Επιδόματος αδείας στο μέρισμα, πολύ περισσότερο αφού από την μη καταβολή τους δεν επέρχεται καμία μείωση των ελλειμμάτων του λογαριασμού κοινωνικής ασφάλισης της Γενικής Κυβέρνησης, σκοπό στον οποίο κατατείνει το σχετικό μέτρο.

Τα συνταξιοδοτικά μας δικαιώματα μετά τον Ν.3863/2010
Το περιεχόμενο της νομοθετικής ρύθμισης (Ν.3863 άρθρο 64) εν μέσω του μνημονίου (Ιούλιος 2010), είναι απολύτως σαφές και προσδιορίζει τα όρια της αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας της ΤτΕ ως ασφαλιστικού φορέα του προσωπικού της. Αναφέρει τη συμμετοχή κυβερνητικού επιτρόπου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στο Συμβούλιο Ασφάλισης για την άσκηση της πολιτικής του ως προς την κύρια σύνταξη (Ν.4021/2011 άρθρα 44,45)  και πλήρη αυτοτέλεια στο προϊόν των συλλογικών της υποχρεώσεων στο πρώην Μετοχικό. Μάλιστα ρητά αναφέρεται πως με τις εν γένει συνταξιοδοτικές δαπάνες, βαρύνεται η ΤτΕ και μόνο Ακόμα και με το Ν.3193/2003,  η ΤτΕ καθίσταται απολύτως υπόχρεη έναντι των καταστατικά προβλεπόμενωνυποχρεώσεών της στους τομείς κύριας και επικουρικής σύνταξης.  Επίσης στο Ν.3863/2010 άρθρο 37 σαφώς εξαιρείται «το σύστημα ασφάλισης προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος» από τη χρηματοδότηση της βασικής σύνταξης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και του ΝΑΤ.
Επομένως οι ασφαλιστικές παροχές προς το προσωπικό της ΤτΕ ουδεμία σχέση έχουν με το συνολικό σκέλος των κοινωνικών δαπανών των υπόλοιπων συνταξιοδοτικών ταμείων, για τα οποία γίνεται σαφής αναφορά στον εκάστοτε κρατικό προϋπολογισμό. Οι υποχρεώσεις αυτές της ΤτΕ απέναντι στο προσωπικό της, ουδέποτε καταγράφηκαν στις εν γένει συνταξιοδοτικές δαπάνες που στατιστικά αποτυπώνει η ΕΛΣΤΑΤ. Επομένως δεν αποτυπώνονται και δεν επιβαρύνουν λογαριασμό της Γενικής Κυβέρνησης όπως γίνεται με τις  συντάξεις των υπολοίπων ταμείων και δεν μπορεί να χρηματοδοτούνται τα ελλείμματα της Γενικής Κυβέρνησης από την ΤτΕ,  ακόμα και αν πρόκειται για ελλείμματα στο τομέα των συνταξιοδοτικών δαπανών. Γεγονός στο οποίο οδηγούμεθα όταν η ΤτΕ που καλύπτει η ίδια εξ ιδίων πόρων τις συνταξιοδοτικές ανάγκες του προσωπικού της, εφαρμόζει διατάξεις νόμων η σκοπιμότητα των οποίων εισηγητικά αφορά τα  ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης και τη μείωση των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης.

Το Συνταξιοδοτικό μας καθεστώς στα πλαίσια της ΗΔΙΚΑ Α.Ε.
Η αποστολή των πρώτων στοιχείων στην ΗΔΙΚΑ Α.Ε. όπως καθόριζε ο Ν. 3863/2010 άρθρο 35 για τα Ταμεία να δεχθούμε ότι ίσως ήταν υποχρέωση επειδή η κατάργηση των Ταμείων μας έγινε την 31.12.2010, αλλά στη συνέχεια δεν υπάρχουν πλέον Ταμείακαι οι σχετικές με τα συνταξιοδοτικά θέματα εργασίες έχουν ενσωματωθεί σε Υπηρεσιακές μονάδες της Τράπεζας, η λειτουργία των οποίων είναι εσωτερική υπόθεση της ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. Για το γεγονός αυτό θα έπρεπε η ΤτΕ να ενημερώσει αρμοδίως, ώστε να αποκρουσθεί εν τη γενέσει της η εφαρμογή ενός νόμου και στη συνέχεια μιας υπουργικής απόφασης κατ΄ επιταγή του Ν.4093/12, η οποία καμιά σχέση δεν είχε με την ΤτΕ ουσιαστικά και τυπικά. Θα μπορούσαμε να δεχθούμε πως ορθά η ΤτΕ πληροφόρησε  το σύστημα της ΗΔΙΚΑ Α.Ε. για τους συνταξιούχους της για τη καταγραφή και μόνο των διπλό ή τριπλό συνταξιούχων, έτσι ώστε η δαπάνη της γενικής κυβέρνησης από την οποία χρηματοδοτούνται τα άλλα ταμεία, να είναι ακριβής. Πως όμως μπορεί να δικαιολογηθεί η υποχώρησή της  και η πληρωμή των συντάξεων σε ενιαία ημερομηνία καταβολής ή η αποδοχή πως κάποιος άλλος και όχι τα αρμόδια Τμήματα και το Λογιστήριο της ανεξάρτητης ΤτΕ θα υπολογίζει και θα χορηγεί τα ποσά με τα οποία βαρύνεται αποκλειστικά η ίδια και κανένας άλλος; (Ν.3863/2010 άρθρα 37 και 64, Ν 3193/2003 άρθρο 18). Η καταγραφή και ο προσδιορισμός των δαπανών με τις οποίες βαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός μέσω των συνταξιοδοτικών ταμείων, καθώς και η χορήγηση φορολογικά διασταυρωμένης βεβαίωσης από την ΗΔΙΚΑ μέσω Γ. Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων είναι γενικά μια σωστή πράξη που αφορά την ακριβή λειτουργία των λογαριασμών της γενικής κυβέρνησης και σε αυτό και μόνο πρέπει να συμβάλλει η αποστολή στοιχείων εκ μέρους της ΤτΕ . Η αντικατάσταση όμως της ΤτΕ ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, λογιστικά, οικονομικά, συνταξιοδοτικά  και φορολογικά, από μια εξωτερική Α.Ε. και μάλιστα κρατικής εντολοδόχου.., θέτει υπό έλεγχο το χειρισμό του ασφαλιστικού καθεστώτος του προσωπικού της και το αρχείο πληρωμής των συνταξιούχων της που είναι αποκλειστικά δική της καταστατικά υποχρέωση.  Με τον τρόπο αυτό, καταργείται  το σύνολο της ανεξαρτησίας της ΤτΕ αφού τίθεται εν δυνάμει σε αμφιβολία το αληθές των πράξεών της ως θεσμικού ανεξάρτητου φορέα με νομοθετική μάλιστα δικαιοδοσία σε ειδικά θέματα όπως επίσης αυτά προβλέπονται από το καταστατικό της.  Μια τέτοια μη στρατηγική αντιμετώπιση του όλου θέματος και η επερχόμενη κατάληξη της ενσωμάτωσής μας στον Εθνικό Φορέα Συνταξιούχων, δεν αντιμετωπίζονται με λογικές προγραμμάτων μετεργασιακής παροχής και μάλιστα προϊόντων ιδιωτικής ασφάλισης. Όχι μόνο δεν αποτρέπεται η λογική ενσωμάτωσής μας στον Εθνικό Φορέα Συνταξιούχων των 360 ευρώ, αλλά προλειαίνεται το έδαφος για την εφαρμογή αυτών που πλασάρονται στα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, για ενσωμάτωση κύριας και επικουρικής σύνταξης, με επανένταξη και των νυν συνταξιούχων στο νέο τρόπο υπολογισμού συντάξεων μετά το 2015. H διαδικασία αυτή σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να αφορά στο χώρο μας αφού, τόσο με νόμο επικυρωμένο με διεθνή σύμβαση όπως είναι αυτός της δημιουργίας της ΤτΕ, αλλά και με τη νομοθετική επιβεβαίωση των δύο πρόσφατων ψηφισθέντων  νόμων από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, των Ν.3863/2010 άρθρα 37 και 64, 3193/2003 άρθρο 18, η δαπάνη των ασφαλιστικών υποχρεώσεων της ΤτΕ έναντι του προσωπικού της, αποτελεί καταστατική υποχρέωση της ίδιας, η οποία για αυτό το σκοπό έχει προβεί και έχει αποτυπώσει τις αναγκαίες προβλέψεις στον Ισολογισμό της. Παράλληλα πρέπει να ξεκαθαρισθεί προς όλες τις πλευρές, πως δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν ευγενή ή ειδικά ταμεία στην ΤτΕ.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Είναι ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε σε όλα τα επίπεδα την υποστήριξη των θέσεών μας με στρατηγική οπτική και όχι στη βάση των κάθε φορά επικοινωνιακών ή άλλων αναγκών των κυβερνήσεων. Η λειτουργία των Υπηρεσιακών Μονάδων με αρμοδιότητα τα συνταξιοδοτικά μας θέματα, οι οποίες είναι οργανωτικά ενταγμένες στην Ττ Ε., πρέπει να ακολουθούν τη συνολική λογική και λειτουργία της Τράπεζας και όχι διαδικασίες που ακολουθούσαν ως ταμεία. Για εμάς δεν υπάρχουν πλέον ευγενή ή ειδικά ταμεία.  Έτσι δεν μπορεί να εφαρμόζουμε τα δυσμενή για εμάς στοιχεία από το γενικότερο ασφαλιστικό, αλλά όπου αυτά είναι ευνοϊκότερα, εμείς να εξακολουθούμε να εφαρμόζουμε τα δυσμενέστερα προβλεπόμενα στα Καταστατικά των πρώην Ταμείων της ΤτΕ.  Πρέπει να παίρνουμε υπόψη τις γενικότερες ρυθμίσεις αλλά στο δικό μας πλαίσιο αυτό του Καταστατικού της ΤτΕ, των καταστατικών των πρώην Ταμείων και της  θεσμικής ανεξαρτησίας της ΤτΕ ως Κεντρικής Τράπεζας του Ευρωσυστήματος.

Συνημμένα: Παράρτημα με άρθρα Καταστατικού ΤτΕ και νόμωνπου αφορούν στα Συνταξιοδοτικά Ταμεία της ΤτΕ.
______________________________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ

Α. ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤτΕ
ΕΚΔΟΣΗ Θ
ΑΘΗΝΑ 2000

Α1 ΤΜΗΜΑ V
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Άρθρον 38

……………………..
Oι Διευθυνταί και υπάλληλοι της Τραπέζης λαμβάνουσι τον μισθόν αυτών, την σύνταξιν ή οιασδήποτε άλλας αμοιβάς υπό τους υπό του Γενικού Συμβουλίου τιθεμένους όρους. ………………………

Α2 ΤΜΗΜΑ ΧΙΙΙ
ΔΙΑΘΕΣΙΣ ΚΕΡΔΩΝ
Άρθρον 71

1.Μετά τον καταλογισμόν προβλέψεων δια τας άνευ αξίας ή επισφαλείς απαιτήσεις, την υποτίμησιν των στοιχείων του ενεργητικού, τας καταβολάς εις τα Ταμεία Προσωπικού και Συντάξεων και δια πάντα τα ενδεχόμενα εκείνα, δι΄ α συνήθως γίνεται πρόβλεψις παρά των Τραπεζών και μετά την πλωρημήν εκ των καθαρών κερδών της Τραπέζης μερίσματος ………………….

Α3  Τροποποιήσεις Καταστατικού

ΝΟΜΟΣ 4021/2011 (ΦΕΚ Α΄ 218/3 Οκτωβρίου 2011), ΑΡΘΡΟ 44
Κύρωση της από 18.4.2011 απόφασης της 78ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των
µετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, περί τροποποίησης και προσθήκης άρθρων του
Καταστατικού της
Κυρώνεται η από 18 Απριλίου 2011 απόφαση της 78ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των µετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, περί τροποποίησης και προσθήκης άρθρων του Καταστατικού της ίδιας Τράπεζας, το κείµενο της οποίας έχει ως εξής:
……………………..
6. Μετά το άρθρο 37 προστίθεται άρθρο 37Α, ως εξής:
«Άρθρο 37Α
Για την άσκηση, από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύµφωνα µε το νόµο και το προτελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 του παρόντος, του έργου της κοινωνικής ασφάλισης του προσωπικού της, συνιστάται “Συµβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος”, το οποίο συγκροτείται µε απόφαση του Γενικού Συµβουλίου της Τράπεζας, έχει τριετή θητεία και αποτελείται από: α) τον ∆ιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως Πρόεδρο, αναπληρούµενο από έναν Υποδιοικητή ή ένα µέλος του Γενικού Συµβουλίου της Τράπεζας που υποδεικνύει το Συµβούλιο αυτό, β) τρεις (3) ανώτατους ή ανώτερους υπαλλήλους της Τράπεζας της Ελλάδος που υποδεικνύονται, µε τους αναπληρωτές τους, από το Γενικό Συµβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, γ) δύο (2) εκπροσώπους των ασφαλισµένων, µέλη του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που υποδεικνύονται, µε τους αναπληρωτές τους, από το Σύλλογο Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και δ) έναν (1) εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που υποδεικνύεται, µε τον αναπληρωτή του, από το Σύλλογο Συνταξιούχων της Τράπεζας της Ελλάδος. Στις συνεδριάσεις του Συµβουλίου Ασφάλισης µετέχει χωρίς δικαίωµα ψήφου Κυβερνητικός Επίτροπος, ο οποίος διορίζεται, µε τον αναπληρωτή του, σύµφωνα µε τις ισχύουσες για τους ασφαλιστικούς οργανισµούς διατάξεις της νοµοθεσίας, καλείται δε πάντοτε, επί ποινή ακυρότητας της συνεδρίασης, σε όλες τις συνεδριάσεις. Αρµοδιότητες του Κυβερνητικού Επιτρόπου είναι εκείνες που ορίζονται για τους κυβερνητικούς επιτρόπους στα ∆ιοικητικά Συµβούλια των Ασφαλιστικών Οργανισµών από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις νόµων για θέµατα του κλάδου κύριας σύνταξης. Η απουσία του Κυβερνητικού Επιτρόπου ή του αναπληρωτή του, εφόσον αυτοί έχουν προσκληθεί κανονικά και δεν προσήλθαν, δεν επηρεάζει το κύρος των συνεδριάσεων του Συµβουλίου. Χρέη γραµµατέα του Συµβουλίου Ασφάλισης εκτελεί υπάλληλος της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται µε τον αναπληρωτή του µε Πράξη του Προέδρου. Το Συµβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος καταρτίζει Κανονισµό Λειτουργίας, ο οποίος εγκρίνεται µε απόφαση του Γενικού Συµβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το Συµβούλιο Ασφάλισης χαράσσει εξ ονόµατος του Γενικού Συµβουλίου τις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής της Τράπεζας ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της και αποφαίνεται επί γενικών ζητηµάτων σχετικών µε την εφαρµογή της ισχύουσας νοµοθεσίας από τα αρµόδια όργανα της Τράπεζας. Αποφαίνεται, επίσης, επί ενστάσεων κατά πάσης φύσεως αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, εν όλω ή εν µέρει απορριπτικών και εγκρίνει την άσκηση όλων των ενδίκων βοηθηµάτων και ενδίκων µέσων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της σε κάθε δικαστήριο ανεξαρτήτως βαθµού και δικαιοδοσίας.»

Β. ΝΟΜΟΙ
Β1. Ν.3193/2003
Άρθρο 18
Με βάση τις υποχρεώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που απορρέουν από το άρθρο 38, για την καταβολή μισθού και σύνταξης (κύριας και επικουρικής), σε συνδυασμό με το άρθρο 71 του Καταστατικού της (Ν. 3424/ 1927):
α) Η Τράπεζα της Ελλάδος εξακολουθεί να διασφαλίζει στο ακέραιο, με κάθε πρόσφορο τρόπο, τη βιωσιμότητα των οικείων Ασφαλιστικών Ταμείων ("Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος" και "Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος") και τις ασφαλιστικές παροχές προς το προσωπικό της, όπως αυτές καταβάλλονται σύμφωνα με τα Καταστατικά των παραπάνω Ταμείων και την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.
β) Τα προαναφερόμενα Ταμεία του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος λειτουργούν με την υφιστάμενη νομική μορφή τους και παραμένουν αυτοτελή, μη υπαγόμενα στις ρυθμίσεις των άρθρων 5 και 6του Ν. 
3029/2002.

Β2. Ν.3863/2010
Άρθρο 37
Χρηματοδότηση συστήματος κοινωνικής ασφάλισης
Από 1.1.2011 και εφεξής οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και το ΝΑΤ επιχορηγούνται με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και ειδικά για τα έτη 2010-2013, τηρουμένων των στόχων του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης και του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας             (ν. 3845/2010).
Από 1.1.2015 το κράτος αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση της βασικής σύνταξης όλων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και του ΝΑΤ, πλην των Ε.Τ.Α.Α., Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε. και του συστήματος ασφάλισης προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος. Το ποσό αυτό επιμερίζεται στους οργανισμούς ανάλογα με τον αριθμό των δικαιούχων και των ποσών που καταβάλλονται. Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ενημερώνει τη Βουλή των Ελλήνων, ανά εξάμηνο για την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και γενικότερα του ασφαλιστικού συστήματος.
Άρθρο 64
Ασφάλιση του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος
1. Από την 1.1.2011 η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) αναλαμβάνει και ενεργεί την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της, ως προς τους κλάδους κύριας και επικουρικής σύνταξης. Ασφαλιστέα πρόσωπα είναι αυτά που ορίζονται στο άρθρο 6 του Καταστατικού του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ (ΦΕΚ 174 Β’, απόφαση Υπουργού Εθνικής Οικονομίας 21545/1927), καθώς και στο άρθρο 2 του Καταστατικού του καταργούμενου με το άρθρο αυτό Μετοχικού Ταμείου ΤτΕ.
Από την ίδια ως άνω ημερομηνία παύει η ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων στον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ και καταργείται το «Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος». Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού τόσο του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ, που είχε περιέλθει στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ βάσει των άρθρων 1 και 2 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α ), όσο και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Τράπεζας της Ελλάδος, περιέρχεται αυτοδίκαια στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία αποτελεί καθολική διάδοχο αυτών, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή δικαιώματος τρίτων. Η οικονομική επιβάρυνση του κλάδου σύνταξης του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, η οποία προκύπτει από την ένταξη σε αυτόν του ΤΣΠ-ΤΕ κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2008 έως 31.12.2010 αφαιρείται από το μεταφερόμενο ενεργητικό υπέρ του κλάδου σύνταξης του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Το ύψος της οικονομικής επιβάρυνσης καθορίζεται με οικονομική μελέτη που εκπονείται από τη Διεύθυνση Αναλογιστικών μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ κατά το χρονικό διάστημα 1.1.2011 έως 28.2.2011.
Οι έως την 31.12.2010 συνταξιούχοι του πρώην ΤΣΠ/ΤΕ-ΙΚΑ/ΕΤΑΜ και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος καθίστανται συνταξιούχοι της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία βαρύνεται στο εξής με την καταβολή των συντάξεών τους.
Ο καθορισμός του χρόνου ασφάλισης, το είδος και το ύψος των παροχών, το ύψος των εισφορών, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης και οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης διέπονται αντιστοίχως από τις διατάξεις του καταστατικού του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ, όπως διαμορφώνονται με τις γενικές διατάξεις νόμων, τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Καταστατικού του «Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος» και τις γενικές διατάξεις νόμων.
Οι διατάξεις αυτές καθίστανται καταστατικές διατάξεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, μεταφέρονται δε σε αυτήν όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων των κλάδων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

Οι καταστατικές αυτές διατάξεις, προσαρμοσμένες ως ανωτέρω, τροποποιούνται:
α) με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, εγκρινόμενη από το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, προκειμένου για θέματα του Καταστατικού του Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος,
β) με απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, εγκρινόμενη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προκειμένου για καταστατικές διατάξεις του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ.
Για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στη μεταβολή ασφαλιστικού φορέα, η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρείται Οργανισμός Ασφάλισης.
Χρόνος απασχόλησης στη ΤτΕ για τον οποίο χώρησε ασφάλιση στο πρώην ΤΣΠ-ΤΕ ή στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2008 μέχρι την 31.12.2010 καθώς και χρόνος που αναγνωρίσθηκε και εξαγοράστηκε ως συντάξιμος στο πρώην ΤΣΠ-ΤΕ ή στον Κλάδο Σύνταξης του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ λογίζεται ως διανυθείς στην ασφάλιση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις του πρώην ΤΣΠ/ΤΕ-ΙΚΑ/ΕΤΑΜ και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Τράπεζας της Ελλάδος συνεχίζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, χωρίς να επέρχεται διακοπή δίκης. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι της Τράπεζας της Ελλάδος.
Όπου από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις νόμων ρυθμίζεται ζήτημα που αφορά τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ ή εν γένει των πρώην Ειδικών Ταμείων, η ρύθμιση αφορά και τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους της Τράπεζας της Ελλάδος.
 
2. Στην Τράπεζα της Ελλάδος συστήνεται «Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος», το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έχει τριετή θητεία και αποτελείται από:
α) τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από έναν Υποδιοικητή ή ένα μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας που υποδεικνύει το Συμβούλιο αυτό,
β) έναν (1) υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών που ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και τον Υπουργό Οικονομικών αντίστοιχα,
γ) έναν (1) ανώτερο υπάλληλο της Τράπεζας της Ελλάδος, που υποδεικνύεται, με τον αναπληρωτή του, από το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος,
δ) δύο (2) εκπροσώπους των ασφαλισμένων, μέλη του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που υποδεικνύονται, με τους αναπληρωτές τους, από το Σύλλογο Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και
ε) έναν εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που υποδεικνύεται, με τον αναπληρωτή του, από το Σύλλογο Συνταξιούχων της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφάλισης μετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου ως Κυβερνητικός Επίτροπος υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ, προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης ή Τμήματος της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ο οποίος καλείται πάντοτε, επί ποινή ακυρότητας της συνεδρίασης, σε όλες τις συνεδριάσεις. Αρμοδιότητες του Κυβερνητικού Επιτρόπου είναι εκείνες που ορίζονται για τους κυβερνητικούς επιτρόπους στα Διοικητικά Συμβούλια των Ασφαλιστικών Οργανισμών από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις νόμων και για θέματα του κλάδου κύριας σύνταξης.
Οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφάλισης θεωρούνται ότι έγιναν νόμιμα και σε περίπτωση απουσίας του Κυβερνητικού Επιτρόπου ή του αναπληρωτή του, εφόσον αυτοί έχουν προσκληθεί κανονικά και δεν προσήλθαν.
Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου Ασφάλισης εκτελεί υπάλληλος της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του με πράξη του Προέδρου.
Ο γραμματέας του Συμβουλίου Ασφάλισης επιλαμβάνεται της τήρησης των πρακτικών, τα οποία τηρούνται σε αριθμημένα φύλλα βιβλιοδετημένα στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους, τηρεί ευρετήριο όλων των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφάλισης, συντάσσει και αποστέλλει με εντολή του Προέδρου τις προσκλήσεις στα μέλη αυτού και επιμελείται της κοινοποίησης των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφάλισης στον Πρόεδρο και στις αρμόδιες υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος για την εκτέλεση αυτών.
Το Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος εκλέγει στην πρώτη συνεδρίαση με μυστική ψηφοφορία των παρόντων μελών τον Αντιπρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνει τον Πρόεδρο όταν απουσιάζει ή κωλύεται. Ο Αντιπρόεδρος διατηρεί το αξίωμά του εφόσον διατηρεί την ιδιότητα του μέλους. Σε περίπτωση έκπτωσης, θανάτου ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρησης από το Συμβούλιο Ασφάλισης, ενεργείται νέα εκλογή για το υπόλοιπο της θητείας του εκπεσόντος, αποβιώσαντος ή αποχωρήσαντος Αντιπροέδρου.
Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος δεν εκτελούνται πριν από την επικύρωσή τους από αυτό. Σε κάθε συνεδρίαση επικυρώνονται τα πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης, πλην των περιπτώσεων κατά τις οποίες το Συμβούλιο αποφασίζει την επικύρωσή τους αμέσως.
Για τη λειτουργία του Συμβουλίου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Το Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος συγκαλείται και συνεδριάζει στην έδρα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος καταρτίζει κανονισμό λειτουργίας, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
 
3. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος είναι οι εξής:
α) Καθορίζει την πολιτική δράσης του και αποφασίζει για όλα τα ζητήματα διοίκησης, οργάνωσης και διαχείρισης προς εκπλήρωση των σκοπών του, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
β) Εισηγείται προς το εποπτεύον Υπουργείο νομοθετικά μέτρα για τη βελτίωση ή τροποποίηση των καταστατικών διατάξεων.
γ) Εγκρίνει τον προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό εκάστου οικονομικού έτους, καθώς και τις απαιτούμενες τροποποιήσεις του προϋπολογισμού κατά την εκτέλεσή του.
δ) Διαχειρίζεται την περιουσία του πρώην ΤΣΠ-ΤΕ και του καταργούμενου Μετοχικού Ταμείου Τράπεζας της Ελλάδος σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
ε) Αποφασίζει για την επενδυτική πολιτική και την εν γένει αξιοποίηση των κεφαλαίων, της κινητής και ακίνητης περιουσίας, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται από την εκάστοτε νομοθεσία.
στ) Μεριμνά για την είσπραξη των πόρων και αποφασίζει με βάση τις ισχύουσες διατάξεις για τις πάσης φύσεως παροχές.
ζ) Αποφασίζει για την εκτέλεση έργων, την εκπόνηση μελετών, την παροχή υπηρεσιών από τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ομάδες εργασίας, εξουσιοδοτώντας τον Πρόεδρο για την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
η) Αποφασίζει επί παντός θέματος σχετικά με τη δικαστική επιδίωξη οποιασδήποτε αξιώσεως υπέρ ή κατά της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της σε κάθε δικαστήριο ανεξαρτήτως βαθμού και δικαιοδοσίας.
θ) Αποφασίζει για τη συμμετοχή του προσωπικού σε προγράμματα εκπαίδευσης, ενημέρωσης ή επιμόρφωσης.
ι) Αποφασίζει τη σύσταση πάγιας προκαταβολής για μικροδαπάνες, το ύψος αυτής, τις πιστώσεις, εις βάρος των οποίων επιτρέπεται η πληρωμή δαπανών από αυτή ως και τον ορισμό του υπολόγου διαχειριστή της.
ια) Εγκρίνει κάθε είδους δαπάνη για τη διενέργεια διαγωνισμών για την προμήθεια αγαθών, υπηρεσιών και εκτέλεση έργων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθορίζοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις των υποβαλλόμενων προσφορών. Δύναται, επίσης, σε εξαιρετικές περιπτώσεις να αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφάλισης τη διενέργεια διαγωνισμών για την προμήθεια αγαθών, υπηρεσιών και εκτέλεση εργασιών μέχρι του ποσού που προβλέπεται για τους πρόχειρους διαγωνισμούς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
ιβ) Αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά την εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών και μισθώσεων ή την παράταση της ισχύος αυτών, τη χορήγηση προκαταβολών σε προμηθευτές, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση, την κήρυξη προμηθευτών έκπτωτων και την κατάπτωση ή μη συμβατικών ρητρών, ως και την καταγγελία των σχετικών συμβάσεων.
ιγ) Αποφαίνεται επί ενστάσεων κατά πάσης φύσεως αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, εν όλω ή εν μέρει απορριπτικών.
 
4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ρυθμίζεται κάθε ζήτημα που τυχόν ανακύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
Β3. Ν.4021/2011

Άρθρο 44
Τροποποίηση και συμπλήρωση του καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος

Κυρώνεται η από 18 Απριλίου 2011 απόφαση της 78ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, περί τροποποίησης και προσθήκης άρθρων του Καταστατικού της ίδιας Τράπεζας, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:……………………….
στ) Μετά το άρθρο 37 προστίθεται άρθρο 37Α, ως εξής:
«Άρθρο 37Α
Για την άσκηση, από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο και το προτελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 του παρόντος, του έργου της κοινωνικής ασφάλισης του προσωπικού της, συνιστάται «Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος», το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας, έχει τριετή θητεία και αποτελείται από: (α) τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από έναν Υποδιοικητή ή ένα μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας που υποδεικνύει το Συμβούλιο αυτό, (β) τρεις (3) ανώτατους ή ανώτερους υπαλλήλους της Τράπεζας της Ελλάδος που υποδεικνύονται, με τους αναπληρωτές τους, από το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, (γ) δύο (2) εκπροσώπους των ασφαλισμένων, μέλη του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που υποδεικνύονται, με τους αναπληρωτές τους, από το Σύλλογο Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και (δ) έναν (1) εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που υποδεικνύεται, με τον αναπληρωτή του, από το Σύλλογο Συνταξιούχων της Τράπεζας της Ελλάδος. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφάλισης μετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου Κυβερνητικός Επίτροπος, ο οποίος διορίζεται, με τον αναπληρωτή του, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς διατάξεις της νομοθεσίας, καλείται δε πάντοτε, επί ποινή ακυρότητας της συνεδρίασης, σε όλες τις συνεδριάσεις. Αρμοδιότητες του Κυβερνητικού Επιτρόπου είναι εκείνες που ορίζονται για τους κυβερνητικούς επιτρόπους στα Διοικητικά Συμβούλια των Ασφαλιστικών Οργανισμών από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις νόμων για θέματα του κλάδου κύριας σύνταξης. Η απουσία του Κυβερνητικού Επιτρόπου ή του αναπληρωτή του, εφόσον αυτοί έχουν προσκληθεί κανονικά και δεν προσήλθαν, δεν επηρεάζει το κύρος των συνεδριάσεων του Συμβουλίου. Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου Ασφάλισης εκτελεί υπάλληλος της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του με Πράξη του Προέδρου. Το Συμβούλιο Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος καταρτίζει Κανονισμό Λειτουργίας, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το Συμβούλιο Ασφάλισης χαράσσει εξ ονόματος του Γενικού Συμβουλίου τις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής της Τράπεζας ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της και αποφαίνεται επί γενικών ζητημάτων σχετικών με την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας από τα αρμόδια όργανα της Τράπεζας. Αποφαίνεται, επίσης, επί ενστάσεων κατά πάσης φύσεως αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της, εν όλω ή εν μέρει απορριπτικών και εγκρίνει την άσκηση όλων των ενδίκων βοηθημάτων και ενδίκων μέσων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα ασφάλισης του προσωπικού της σε κάθε δικαστήριο ανεξαρτήτως βαθμού και δικαιοδοσίας.»
……………………….
Άρθρο 45
Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3867/2010 (Α' 128) και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 64 του ν.3863/2010 (Α' 115 ) καταργούνται.

_______________________________

Συντονιστική επιτροπή

Αναγνωστοπούλου Δήμητρα, Βαξεβανάκη Έλλη, Δεληπέτρος Δημήτρης, Ευσταθίου Κώστας, Καραγιάννης Ιπποκράτης, Καραφωτιά Φωφώ, Κουλούρης Γιώργος, Κωνστανταράκη Εύα,  Μαγκλάρας Κώστας, Μελισσείδου Ελένη, Μοσχονησίου Βάσω, Μπαλαούρας Μάκης, Μπουλαλά Αγγελική, Νέστωρας Γιώργος,  Παπαμάργαρης Χάρης, Πατσιλίβα Μαργαρίτα, Χατούπη Μαρία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου